Ανοικτή επιστολή προς το αναρχικό «κίνημα»
(Αποχαιρετώντας την χιμαιρική1 αναρχία)
Του Γιώργου Μεριζιώτη
1. Πολλοί, διαβάζοντας αυτά που θα πω παρακάτω, θα πουν: «μα τι λέει ο
άνθρωπος, πριν λίγο καιρό ακόμα και μέσω διαδικτύου (στο Indymedia)
υποστήριζε αλλά, πάει το έχασε, έπεσε σε θεωρητική και ιδεολογική
διαταραχή». Άλλοι θα χαρούν και θα πουν: «εμείς τα λέγαμε», ενώ άλλοι θα
πουν: «τι μας διαφέρει τι λέει μια περσόνα, εμείς είμαστε κινηματικοί
και ανεξάρτητοι από πρόσωπα». Αυτοί οι τελευταίοι, είναι και οι πιο
υποκριτές γιατί όλοι τους, στο βάθος, είναι υποκειμενιστές και
περσοναλιστές καλυπτόμενοι πίσω από την κινηματική κουρτίνα ή κουρτίνα
της ομάδας. Σύντροφοι που με γνωρίζουν, προσωπικά και θα τσαντιστούν με
τον επιθετικό προσδιορισμό που δίνω στην αναρχία, τούς λέω να τον δουν
τουλάχιστον ως ποιητική αδεία. Επίσης, θα πουν: «τι έγινε σύντροφε, τώρα
που μετά από πολλά χρόνια μπήκε το νερό στο αυλάκι και συζητάμε για
οργάνωση και πρόγραμμα, εσύ την κάνης»; Το μόνο που μπορώ, είναι να τους
πω: καλή επιτυχία.
Για να ξεκινήσω την επιχειρηματολογία μου, χρειάζεται
να παραθέσω ένα μικρό βιογραφικό για να ξέρετε κυρίως οι νεότεροι με
ποιο υποκείμενο έχετε να κάνετε και ποιος είναι αυτός που τα λέει.
Κατάγομαι από μια πολύ φτωχή πολύτεκνη οικογένεια,
που λόγω φτώχιας δεν μπόρεσα να σπουδάσω και τελείωσα μόνο το δημοτικό.
Την όποια μικρή θεωρητική συγκρότηση, την κατάφερα μετά κόπου και
βασάνου, έχοντας όμως έναν μεγάλο περιορισμό, μην κατέχοντας μια άλλη
γλώσσα εκτός από την μητρική μου. Αυτό έχει ως συνέπεια να μην μπορώ
πολλές φορές να αναπτύξω περεταίρω μια θεώρηση μου, αλλά χαίρομαι όταν
διαβάζω ζητήματα που έχω σκεφτεί από θεωρητικούς, ξένους ως επί το
πλείστον, διότι εδώ, από θεωρητικής πλευράς, τα πράγματα είναι χάλια.
Ήρθα σε επαφή με την αναρχία το 1979, μέσα από μια
ροκ συναυλία αλληλεγγύης στον φυλακισμένο εργάτη, επαναστάτη, Γιάννη
Σερίφη, που έγινε στο γήπεδο μπάσκετ «Σπόρτινγκ». Εκεί κάποιοι αναρχικοί
μου έδωσαν φυλλάδια και προκηρύξεις οι οποίες με επηρέασαν. Μέχρι τις
αρχές της δεκαετίας του ογδόντα ήμουν αυτό που λένε περιφερειακός και το
1981-82 μπήκα κανονικά στον λεγόμενο χώρο. Έκτοτε και μέχρι σήμερα,
παραμένω κινηματικά ενεργός και είμαστε μετρημένοι στην μισή παλάμη του
ενός χεριού οι κινηματικά ενεργοί της παλιάς γενιάς.
Κινηματικά, εκτός από την συμμετοχή μου σε διάφορες
αντιεξουσιαστικές ομάδες, κοινωνικά εγχειρήματα και το Σωματείο
Μέταλλου Πειραιά, από το οποίο διαγράφηκα από τους σταλινικούς , ήταν
και αυτή στην πρώτη πανελλαδική συνάντηση αναρχικών που έγινε στην Πάτρα
το 1986 και επίσης μέσα από την ομάδα αναρχοκομμουνιστικός πυρήνας Άνω
Λιοσίων συμμετείχα στην δημιουργία της Ένωσης Αναρχικών η οποία όταν
εκφυλίστηκε σε άτυπο αφορμαλιστικό διευθυντήριο, ήμασταν η πρώτη ομάδα
που έφυγε
Συμπράξαμε ως αναρχοκομμουνιστικός πυρήνας Άνω Λιοσίων με την αναρχική ομάδα Δραπετσώνας-Κερατσινίου2
η οποία είχε φύγει και αυτή από την Ένωση Αναρχικών και ήταν πολύ κοντά
στις ιδέες μας. Στην ουσία ενωθήκαμε, παλέψαμε για την δημιουργία ενός
συντονιστικού δυτικών συνοικιών, πολύ προτού φτιαχτούν τα λεγόμενα
«Δυτικά», αλλά αποτύχαμε . Ήμασταν -αν όχι η πρώτη- από τις πρώτες
συλλογικότητες που θέταμε το ταξικό ζήτημα, το οικολογικό, τον
αναρχικό κομμουνισμό και τις οργανωτικές δομές. Επίσης δεν υπήρχε
κείμενο μας ή αφίσα που να μην τελειώνει πολλές φορές με το « για την
άμεση δημοκρατία και τη γενικευμένη κοινωνική αυτοδιεύθυνση».
Ήταν μια εποχή που ο αναρχικός χώρος, πανελλαδικά,
και ιδιαίτερα στην Αθήνα είχε κατακλειστεί από τον Μπονάνο και τον
μπονανισμό, με φαινόμενα ακόμη και προσωπολατρίας και ο αφορμαλισμός
και ο εξεγερτισμός ήταν τα κεντρικά μότο ενώ έλεγαν μεταξύ άλλων ότι
το ταξικό «δεν παίζει», η οικολογία είναι «μαλακία και ρεφορμισμός», «η
επανάσταση έχει τελειώσει, μόνο εξεργετισμός, ιλεγκαλισμός» κλπ. Σε
αντίθεση με τους πρώτους αναρχικούς της γενιάς από την εξέγερση του
Πολυτεχνείου, Κωνσταντινίδης και λοιποί που έθεταν στον λόγο τους το
ταξικό, για την επόμενη γενιά όχι μόνο δεν «έπαιζε» το ταξικό ζήτημα,
αλλά έγινε αυτό που είπε ένας σύντροφος -που δεν είναι τώρα στην ζωή και
είναι αυτός που έβγαλε το σύνθημα «η πάλη για την λευτεριά είναι
δυνατότερη από όλα τα κελιά»- ότι «αντί να πολιτικοποιήσουμε τους
λούμπεν λουμπενοποιήθηκε ο χώρος».
Ακόμη και τώρα στην Ελλάδα όταν
γίνονται εκδηλώσεις για τους λήσταρχους του 19ου αιώνα ή όταν μιλάει ο
Μπονάνο, τα αμφιθέατρα ξεχειλίζουν από κόσμο ενώ όταν γίνονται
εκδηλώσεις πχ για τα ελευθεριακά σχολεία , για τα ελευθεριακά συνδικάτα
κλπ. μαζεύονται τρεις και ο κούκος ή πολλοί λίγοι.
Πάνω από τριάντα χρόνια χάσαμε την ευκαιρία
κινηματικά να μιλήσουμε στην κοινωνία στην βάση του ελευθεριακού
σοσιαλισμού ή κομμουνισμού. Αυτό είχε σαν επίπτωση να μην μπορούμε να
δώσουμε καμία θεωρητική – ιδεολογική μάχη με τους σοσιαλδημοκράτες που
εκείνη την εποχή κυριαρχούσαν και χρησιμοποιούσαν όρους που είχαν και οι
αναρχικοί με έναν κλεψίτυπο τρόπο πχ. κοινωνικοποίηση, αυτοδιαχείριση
κλπ. Εγκλωβιστήκαμε σε έναν ατέρμονο αντι-μπατσικό, αντικατασταλτικό
αγώνα που μας περιθωριοποίησε ακόμα περισσότερο από την κοινωνία.
Αυτό είχε και μια άλλη συνέπεια: ο αναρχικός χώρος
απομακρύνθηκε από τη μήτρα του που είναι σοσιαλιστική και
μετασχηματίστηκε σιγά-σιγά σε ένα αντικρατικό μόρφωμα περισσότερο
δεξιό, σε μια ριζοσπαστική φιλελεύθερη εκδοχή που υπερτόνιζε την
ατομική ελευθερία σε σχέση με την ισότητα την κοινωνική αλληλεγγύη και
δικαιοσύνη και όσο αναφορά στα κοινωνικά προτάγματα, αυτά ήταν εντελώς
ανύπαρκτα.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, σαν συλλογικότητα,
φτιάξαμε ένα στέκι στον Πειραιά και συμβάλαμε στην δημιουργία του
συνδέσμου αντιρρησιών συνείδησης αφού είχαμε στην συλλογικότητα τρεις
ολικούς αρνητές στράτευσης. Εκείνη την εποχή συμμετείχαμε σαν αναρχική
συλλογικότητα σε αρκετά κοινωνικά εγχειρήματα. Θα αναφέρω μόνο την
συμμετοχή μας για σχεδόν είκοσι μέρες στα οδοφράγματα που είχαν στήσει
οι κάτοικοι της Ηγουμενίτσας μαζί μετά γύρω χωριά στις εισόδους και
εξόδους της πόλης, ενάντια στην απόφαση που είχε πάρει το υπουργείο να
ρίξει τα λύματα της πόλης των Ιωαννίνων, ανεπεξέργαστα, στον ποταμό
Καλαμά που διασχίζει την περιοχή. Ο αγώνας ξεκίνησε το 1988, κράτησε σε
αποκλεισμό το Νομό για 43 ημέρες και στέφτηκε με μερική επιτυχία και
ήταν για εμάς μια μεγάλη εμπειρία. Αυτές και άλλες εμπειρίες δεν είχαμε
πού να τις καταθέσουμε διότι στον χώρο δεν υπήρχαν αυτιά να ακούσουν.
Λίγο αργότερα φάγαμε μεγάλο ανταγωνισμό από τον χώρο,
λόγω της εναντίωσής μας στον αφορμαλισμό. Αυτό είχε ως συνέπεια την
απομόνωση μας από το χώρο της Αθήνας -για όποιον ξέρει τον Πειραιά που
πολλές φορές «δεν κινείται φύλλο» μπορεί να καταλάβει – άρχισαν και η
εσωτερικές προστριβές κλίσαμε το στέκι και λίγο αργότερα διαλύθηκε
και η συλλογικότητα Δραπετσώνας Κερατσινιού. Εδώ θέλω να ενημερώσω
τους νεότερους -γιατί πολλοί θα βγουν να πουν διάφορα- ότι συμμετείχαμε
επιλεκτικά στις πιο σημαντικές συγκρούσεις του χώρου και σε κάποιες από
αυτές πρωτοστατήσαμε. Επίσης, ποτέ δεν θεωρήσαμε ότι ο Μπονανικός
αφορμαλισμός πρόσφερε κάτι θετικό στο ζήτημα της οργάνωσης.
Στης αρχές του δεκαετίας του ενενήντα άρχισαν
σιγά-σιγά να έρχονται και στην Ελλάδα οι νεοφιλελεύθερες ιαχές, κύριος
εκφραστής των οποίων ήταν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και το επιτελείο
του. Σε αυτή την περίοδο, πάλι οι αναρχικοί δεν μπόρεσαν να απαντήσουν
με ένα αποτελεσματικό τρόπο και καπελώθηκαν από το «λιγότερο κράτος»
που προωθούσαν οι νεοφιλελεύθεροι. Μικρή παρένθεση σε αυτή την
κατάσταση ήταν η συμμετοχή λίγων αναρχικών (και εμού) στον αγώνα ενάντια
στην ιδιωτικοποίηση της δημόσιας συγκοινωνίας.
Λίγο αργότερα συνέβη και το καταστροφικό γεγονός της
σύλληψης 500 και πλέον αναρχικών στο Πολυτεχνείο που χαρακτηρίστηκε
από διάφορους αναρχικούς ως εξέγερση. Τέλος πάντων δεν θα σταθώ
περισσότερο σε αυτό, πάντως αν και βρισκόμουν επαρχία ήρθα στην Αθήνα
και συμμετείχα σε όλες τις κινήσεις αλληλεγγύης.
Αργότερα, ως άτομο, συμμετείχα στην δημιουργία της
Αντιεξουσιαστικής Κίνησης μέσα από την πανελλαδική της συνδιάσκεψη.
Λίγο αργότερα, διαφώνησα και έφυγα και από εκεί προτού φτιαχτή το
Νοσότρος. Έχοντας πλέον μια σταθερή και ακλόνητη άποψη ότι δεν θα
ξανασυνεργαστώ ή ενταχτώ σε συλλογικότητα που δεν έχει πραγματικό λόγο
-τέτοιες δεν υπήρχαν εκείνη την περίοδο – αποστασιοποιήθηκα κινηματικά
για σχεδόν δυο χρόνια.
2. Συμφωνώντας με την διατύπωση του συντρόφου
Ρομπέρτο Αμπροσόλι, το 1984 – που την έκανα σημαία μου – ότι:
«…Το αναρχικό κίνημα υποφέρει από μια δυσκολία στην πολιτική-πολιτιστική του μετάδοση: οι αναρχικοί προσπαθούν να παρουσιάσουν το σχέδιό τους για την κοινωνική αλλαγή, αλλά δεν είναι ικανοί να γνωστοποιήσουν τους λόγους που το πιστεύουν. Αυτό οφείλεται στο ότι το σχέδιο για την κοινωνική αλλαγή παρουσιάζεται στους πιθανούς «πιστούς» χωρίς να συνοδεύεται από μια κατάλληλη και συναφή κοσμοθεωρία .Χωρίς δηλαδή μια γενική θεωρία της ύπαρξης και των σχέσεων (ανάμεσα στους ανθρώπους, ανάμεσα στους ανθρώπους και τη φύση κλπ.) στην οποία οι άνθρωποι μπορούν να βρουν μια ταυτότητα, συνδεδεμένη με το αναρχικό ηθικό ιδανικό. Το καθήκον, να εφοδιαστεί η αναρχική προοπτική με μια επαρκή, ζωντανή θεωρία, έχει αφεθεί στην πρωτοβουλία ξεχωριστών ατόμων, που μόνα τους πρέπει να ανακαλύψουν τους τρόπους απελευθέρωσης τους από τη σκλαβιά και τη φαντασιακή κυριαρχία. Σαν συνέπεια έχουμε, να παρουσιάζεται μια πολλαπλότητα ερμηνειών, απ’ αυτούς που κατάφεραν να πετύχουν κάτι τέτοιο, που… ναι μεν, μπορεί να μη διαφέρουν πολύ μεταξύ τους, αλλά δεν έχουν και ένα κοινό πλαίσιο αρχών και κατεύθυνσης,Η έλλειψη μιας αυτόνομης και αυθεντικής ζωντανής φιλοσοφίας, περιορίζει την πιθανότητα διάδοσης της ελευθεριακής κοινωνικής προοπτικής, και επίσης αναγκάζει τους αναρχικούς να αναζητούν την προσωπική τους ταυτότητα μέσα στη φαντασιακή κυριαρχία. Η αναφορά στον ακτιβισμό σαν μια πηγή ταυτότητας (σύνηθες φαινόμενο στο κίνημα) λύνει επιφανειακά το πρόβλημα, γιατί ο ακτιβισμός, ειδικά της ιδιαίτερης αναρχικής μούχλας, δεν μπορεί να καλύψει όλες τις πλευρές της ύπαρξης, και αφήνει ακάλυπτους διαφόρους τομείς της προσωπικότητας στην επιρροή της φαντασιακής κυριαρχίας. Ο ακτιβιστής δεν είναι αρκετός ώστε να εκφράσει ολοκληρωτικά τον αναρχικό.Η κατάσταση αυτή απαιτεί μια συλλογική αντιμετώπιση και μελέτη, με στόχο την οικοδόμηση μιας αναρχικής ζωντανής φιλοσοφίας, που θα είναι μια ανάμεσα σε πολλές άλλες, αλλά η οποία θα περιέχει τις γενικές αρχές και τα όρια αυτού του ξεχωριστού τρόπου αντιμετώπισης των πραγμάτων (και έτσι, αυτό τον ιδιαίτερο τρόπο ζωής, ακόμη και καθημερινά), και η οποία θα είναι συνδεδεμένη με την ελευθεριακή άποψη της κοινωνικής οργάνωσης,. Για να κατακτήσουμε αυτόν τον πραγματικά φιλόδοξο στόχο, πρέπει οπωσδήποτε να δώσουμε πρώτα ένα θετικό ορισμό της έννοιας της ελευθερίας …».
Με απασχολούσε το πώς θα περάσουν στο χώρο ζητήματα
πολιτικής φιλοσοφίας για να ανέβει λίγο το επίπεδο της κριτικής κι έτσι
άρχισα έναν κύκλο συζητήσεων στο σπίτι μου με επιλεγμένους συντρόφους
πάνω στα ζητήματα αυτά. πχ διαφορά φιλελευθερισμού νεοφιλελευθερισμού,
τι είναι το κοινωνικό συμβόλαιο του Ρουσώ, ο κρατικός λεβιάθαν του Χομπς
κλπ. Μέσα από τις συζητήσεις αυτές βγήκε η ανάγκη δημιουργίας αναρχικής
συλλογικότητας στον Πειραιά και έτσι δημιουργήθηκε η βραχύβια
Πρωτοβουλία Αναρχικών Πειραιά. Η συλλογικότητα εξέδωσε την μπροσούρα
«αρχές – στόχοι», προϊόν των συζητήσεων αυτών και ήταν από τις πρώτες
συλλογικότητες, πανελλαδικά, που έκανε κάτι τέτοιο. Επίσης εξέδωσε την
μπροσούρα «το ζήτημα της οργάνωσης», με σημαντικά κείμενα ιστορικά και
αλλά πάνω στο ζήτημα αυτό, έκανε εκδηλώσεις για το εργατικό ζήτημα στο
εργατικό κέντρο Πειραιά και μέλη της πρωτοστάτησαν στην δημιουργία της
«πρωτοβουλίας για την δημιουργία μητροπολιτικού ενιαίου άλσους» στον
χώρο του πρώην εργοστασίου λιπασμάτων Δραπετσώνας. Η πρωτοβουλία
έκλεισε τον κύκλο της και διαλύθηκε.
Μετά από κάποιο διάστημα, συμμετείχα, σχεδόν μέχρι
την διάλυσή της, στη «Συνέλευση Αναρχικών για την Κοινωνική
Αυτοδιεύθυνση» -εφόσον άλλαξε όνομα γιατί μέχρι πριν την συμμετοχή μου
λεγόταν αλλιώς και δεν ήθελα να συμμετέχω- και παράλληλα συμμετείχα σε
μια αναρχική συλλογικότητα του κέντρου της Αθήνας.
Είχα επεξεργαστεί τις παλαιές μπροσούρες της
Πρωτοβουλίας Αναρχικών Πειραιά, με νέα δεδομένα στις αρχές στους στόχους
και με θέσεις όσο και στο ζήτημα της οργάνωσης τα οποία έγιναν βιβλία.
Όταν πρότεινα να γίνει μια κινηματική έκδοση δεν βρήκα ανταπόκριση και
τα εξέδωσα μόνος μου. Επίσης σε ξεχωριστή μπροσούρα επεξεργάστηκα την
οργάνωση «ομοσπονδία-ιστός» (σκόπιμα μη εκτενώς) που είναι στην ουσία
κάτι παραπάνω από το χαλαρό δίκτυο συντονισμού και λίγο διαφορετική από
τη γνωστή πλατφόρμα.3
Η πλειονότητα του αναρχικού χώρου συνέχιζε να μην
έχει ουδεμία σχέση και αναφορά με το κοινωνικό και το ταξικό -εδώ δεν
βάζω κάποιες περιπτώσεις ατόμων και λίγων συλλογικοτήτων που ήταν και
είναι η εξαίρεση στον κανόνα. Μετά τα γεγονότα της Μαρφίν, σιγά –
σιγά άρχισε ένα αρκετά μεγάλο κομμάτι του χώρου να θέτει το ταξικό, το
κοινωνικό και τα περιβαλλοντικά ζητήματα στην ατζέντα του. Άρχισε να
μιλάει προταγματικά επί τη βάση του αναρχικού κομμουνισμού και ξεκίνησε
μια συζήτηση για την οργάνωση στην οποία συνέβαλα και εγώ, η οποία
παρόλο το μπούσουλα που είχε το αρχικό κάλεσμα, υπάρχει ένα συνονθύλευμα
απόψεων γύρω από την μορφή και το περιεχόμενο της οργάνωσης. Όπως
υπάρχει ένα συνονθύλευμα γύρω από τις σκιαγραφήσεις – αφηγήσεις της
μελλοντικής νέας κοινωνίας, που περιγράφεται σαν παραγωγίστικο,
αναγκαιοκρατικό μοντέλο.4
Να κάνω μια μικρή παρένθεση και να πω ότι στην πρώτη
πανελλαδική συνάντηση, από ένα υπολογίσιμο κομμάτι του αθηναϊκού χώρου,
τα «Δυτικά», ειπώθηκε για την πρόταση ομοσπονδίας η ανεκδιήγητη
μπαρουφολογία, πως «η ομοσπονδία είναι ένα παρωχημένο σχήμα γιατί ανήκει
στην εποχή του φορντισμού». Να επισημάνω κατά πρώτων, σκέτος φορντισμός
δεν υπάρχει. Τεϊλορισμός -φορντισμός υπάρχει, ο οποίος ακόμα υφίσταται
και όχι μόνο στον δευτερογενή τομέα. Υπάρχει βέβαια και ο τογιοτισμός
και κατά δεύτερο και σημαντικότερο: από πότε οι επαναστάτες και
ιδιαίτερα οι αναρχικοί οργανώθηκαν με βάση το παραγωγικό μοντέλο του
καπιταλισμού; Επειδή στο τέλος της συνδιάσκεψης έγινε συζήτηση, περίμενα
κάποιοι να θέσουν. Τα ερωτήματα δυστυχώς όμως δεν τεθήκαν και εγώ για Χ
λόγους δεν μπορούσα.
Υπήρξε-υπάρχει, βέβαια, και πλήρης απουσία ανάλυσης
της πραγματικότητας, τόσο στο εσωτερικό όσο και παγκοσμίως. Μερικές
περιγραφές υπήρξαν -ανάλυση όμως όχι. Οι αναρχικοί δεν αγαπάνε την
θεωρία5
υπενθυμίζοντας με έναν κουραστικό τρόπο το μότο ότι «χωρίς επαναστατική
θεωρία δεν υπάρχει επαναστατική δράση» και αρέσκονται να κυνηγάνε
πολλές φορές ανεμόμυλους. Τώρα τι ήθη και σχέσεις επικρατούσαν και
επικρατούν στο σημερινό αναρχικό χώρο, δεν θα αναφερθώ σε αυτή την
επιστολή. Θα πουν κάποιοι: «μα πάντα επικρατούσαν συγκρούσεις και
ανταγωνισμοί στο εσωτερικό τον επαναστατικών κινημάτων». Θα πω μόνο
ετούτο: «και η συντροφικότητα»;
Τα παραπάνω είναι μια μικρή σύνοψη της ιστορίας του
ελλαδικού αναρχικού χώρου και ιδιαίτερα της Αθήνας και ως εκ τούτου
είναι αποσπασματική και ενδεικτική. Μια πιο εκτενή ανάλυση ίσως κάνω
όταν και όποτε γράψω την ιστορία του αναρχικού χώρου στην Ελλάδα από
την μεταπολίτευση και δώθε.6
3. Σε αντίθεση με αυτό που πίστευα και είχα
αναρτήσει, σαν τίτλο, στο σάιτ «Ελευθεριακός Κόσμος» που είχα: «Ποτέ μη
νομίσετε ότι η αναρχία είναι ένα δόγμα, μια απαραβίαστη θεωρία, κάτι που
λατρεύετε από τους πιστούς της. Όχι! Η ελευθερία που διεκδικούμε τρέφει
ακατάπαυστα τις ιδέες μας, τις ανυψώνει προς νέους ορίζοντες και τις
τοποθετεί πέρα και έξω από τα στενά πλαίσια κάθε τυποποίησης», τώρα
πιστεύω ότι η αναρχία είναι -τελικά- ένα δόγμα που δεν επιδέχεται
ανανέωση ή βελτίωση στο βασικό της αξιακό. Χρειάζεται όμως να δούμε
έστω και συνοπτικά τι εστί δόγμα:
Δόγμα είναι η άποψη η οποία, για εκείνον που την
ασπάζεται, δεν επιδέχεται απόδειξη και επομένως, υπό μία έννοια, δεν
επιδέχεται αμφισβήτηση ή βελτίωση. Είναι ένα σύνολο απαράβατων
απόψεων και σε αντιδιαστολή με αυτό που ονομάζεται αντικειμενική
πραγματικότητα.
Μια από της πολλές αντιφάσεις7
της αναρχίας και ίσως η μεγαλύτερη είναι ότι ενώ κάνει κριτική στο
αστικό πολιτειακό σύστημα, κράτος, αστικούς θεσμούς, κοινοβουλευτισμός
κλπ δεν προτείνει με τι θα αντικατασταθούν αυτοί οι θεσμοί. «Θεσμοί ;
Τι είναι αυτό; Οι αναρχικοί είναι ενάντια στους θεσμούς».
Ο άνθρωπος εκτός από κοινωνικό ον -και αυτό δεν
χρειάζονταν να το πει ο Αριστοτέλης- για να μπορεί να λειτουργεί και να
υφίσταται σε συνθήκες κοινωνίας, χρειάζεται να δημιουργεί θεσμούς. Το να
μιλάς για μια κοινωνία χωρίς θεσμούς είναι σαν να μιλάς για τη ζωή
χωρίς οξυγόνο. Οι αναρχικοί -πέρα από γενικόλογες και ασαφείς αναφορές-
δεν μπήκαν ούτε μπαίνουν στη βάσανο να σκιαγραφήσουν κάποιους θεσμούς
της μελλοντικής νέας κοινωνίας.
Αρέσκονται στο πονηρό επιχείρημα ότι «δεν θα
καπελώσουμε εμείς την κοινωνία θα τα βρει μόνη της». Εδώ παραθέτω ένα
μικρό και γλαφυρό χωρίο που είναι και χαρακτηριστικό γνώρισμα και των
πιο κλασικών αναρχικών – να μην αναφέρω όλων τα ονόματα τους – . Φυσικά είναι οι "προπάτορες" της παλιάς και σύγχρονης αναρχίας.
“… Μια κοινωνία δηλαδή που θα βασίζεται στην ελεύθερη και θεληματική συμφωνία, όπου κανένας δε θα μπορούσε να επιβάλει τη θέλησή του στους άλλους, όπου όλοι θα μπορούν να κάνουν αυτό που θέλουν και να συνεισφέρουν με τη θέληση τους στη γενική ευτυχία… ” Ε. Μαλατέστα.
Αμέσως εγείρεται το ερώτημα: θα δημιουργηθούν θεσμοί θεληματικής συμφωνίας και μη επιβολής ή θα είναι απλές συνθήκες;
Για να δούμε όμως τι γίνεται στην πραγματικότητα
διότι οι αναρχικοί προτείνουν στη ουσία κοινωνίες αγγέλλων και όχι
ανθρώπων (εδώ θα χρησιμοποιήσω λίγο το στιλ της αφήγησης του
Μαλατέστα, όπως στην μπροσούρα του «Στο καφενείο»), παρεμπιπτόντως να
πω ότι ο άγγελος δεν κρυώνει, δεν καυλώνει ,δεν πεινάει, δεν διψάει,
δεν δουλεύει, δεν έχει πάθη, απλά, γιατί είναι άγγελος. Ο άνθρωπος
κρυώνει, καυλώνει , πεινάει, διψάει, δουλεύει, έχει πάθη. Θα μου πείτε,
γιατί τα γράφω αυτά; Ας δώσω δύο υποθετικά παραδείγματα που έχουν να
κάνουν με την μη επιβολή.
Σίγουρα σε μια κοινωνία εξισωτική και μη
ανταγωνιστική οι λεγόμενες εγκληματικές αντικοινωνικές πράξης θα έχουν
μειωθεί στο ελάχιστο, όμως επειδή μιλάμε για ανθρώπους ας υποθέσουμε ότι
διεπράχθη μια ανθρωποκτονία πάθους. Εδώ να κάνω μια παρένθεση και να πω
ότι στην πολύ αξιόλογη μελέτη του Κροπότκιν «αλληλοβοήθεια-ένας
παράγοντας της εξέλιξης» που γράφτηκε για να απαντήσει στον κοινωνικό
δαρβινισμό υποκρύπτει γιατί δεν πιστεύω ότι δεν ήξερε, ότι ο άνθρωπος
είναι από τα ελάχιστα ζώα που εξοντώνει τον άνθρωπο δηλαδή το είδος του
ενώ η μεγάλη πλειοψηφία των ζώων όταν συγκρούονται για ζωτικό χώρο η
σύγκρουση δεν φτάνει στο επίπεδο της αλληλοεξόντωσης, υπάρχει η βαλβίδα
της διαιώνισης του είδους και το ένα υποχωρεί.
Πάμε πάλι στην ανθρωποκτονία πάθους. Όταν γίνει κρυφά
θα χρειαστούν ειδικευμένοι άνθρωποι για να ανακαλύψου τον δράστη και
να την εξιχνιάσουν. Δεν μπορώ εγώ, που είμαι ηλεκτρολόγος, να κάνω αυτή
τη δουλεία. Θέλει γνώση και ειδίκευση. Μάνι – μάνι εγείρετε το ερώτημα:
τι; θα φτιάξουμε ειδικό σώμα για εξιχνίασεις; Αυτό είναι εξουσία. Πείτε
τώρα ότι βρέθηκε ο ένοχος -θα του επιβληθεί κύρωση (ποινή;). «Τι είναι
αυτά; και η επιβολή και η ποινή είναι εξουσιαστικές πρακτικές». Εν πάση
περιπτώσει πείτε ότι του χρεώθηκε μια κύρωση για εξοστρακισμό του σε
άλλη κοινότητα.
Και αν καμία κοινότητα δεν τον θέλει; Και ποιος θα τον
πάει με την βία, αν αυτός δεν θέλει να πάει μόνος του; Πείτε τώρα ότι
μια κοινωνία, πράγμα απίθανο, τον ανέχεται. Οι συγγενής του θανόντος τι
θα κάνουν; θα το ανεχτούν ή θα αρχίσουν τη βεντέτα; Η απάντηση που
έρχεται –αυτομάτως- είναι: «μα θα καταργηθεί η αιματοσυγγένεια»! Ξανά
στα ερωτήματα: στην αναρχική κοινωνία θα προβλέπεται ο εγκλεισμός ή θα
γίνονται εκτελέσεις; Το ίδιο κατεβατό μπορώ να γράψω για τον βιασμό, την
παιδεραστία κλπ εκτός και αν στην ιδανική αναρχική κοινωνία (αγγέλων)
δεν θα υφίστανται τέτοιες πράξεις.
Έρχομαι τώρα σε ένα εργασιακό θέμα. Ας υποθέσουμε
πάλι ότι στη νέα κοινωνία θα καταργήσουμε τον καπιταλιστικό καταμερισμό
εργασίας δημιουργώντας έναν νέο ανθρώπινο. «Τι είναι αυτό; Καταμερισμός
εργασίας; Μα θα καταργηθεί η εργασία» θα σου πουν πολλοί νέο-αναρχικοί.
Τους έχω απαντήσει από παλιά, με έναν γλαφυρό τρόπο, λέγοντας ότι
«μέχρι να αυτοοργανωθούν τα ψάρια και να μπουν μόνα τους στο τηγάνι τότε
ίσως να τελειώνουμε με την εργασία». Όμως μέχρι να συμβεί αυτό, υπάρχει
ένας ολόκληρος καταμερισμός εργασίας μέχρι να τα φάμε.
Πάω πάλι στο θέμα αυτό. Η νέα κοινωνία αποφασίζει ότι
το επάγγελμα του οδοκαθαριστή είναι υποτιμητικό και ότι πρέπει ο
καθένας και εκ περιτροπής και μια φορά το μήνα να καθαρίζει το στενό
στο οποίο μένει. Εγώ, ας πούμε, στο μήνα που μου αναλογεί, δεν πάω να το
καθαρίσω προφασιζόμενος λόγους υγείας. Το καθαρίζει όμως κάποιος άλλος
στη θέση μου. Δεν πάω τον δεύτερο μήνα, ούτε τον τρίτο. Αν η κοινότητα
δεν μου επιβάλει –νάτο πάλι το «επιβάλει»- κάποια κύρωση και αυτή η
κατάσταση αρχίσει να αντιγράφεται από κάμποσους, θα πάει περίπατο ο νέος
καταμερισμός εργασίας και θα αρχίσει να επικρατεί ο παλιός που
ανατράπηκε από την επανάσταση. Αν η κοινότητα μου επιβάλει κύρωση και
εγώ δεν τη δεχτώ, θα έρθουν δια της βίας να μου την επιβάλλουν;
Μην πείτε ότι απλοποιώ τα πράγματα. Το ότι οι
αναρχικοί δεν ασχολήθηκαν με τους πολιτειακούς θεσμούς φάνηκε στην πράξη
με έναν δραματικό τρόπο στην επανάσταση του ρώσικου λαού, το 1917, όταν
ελάχιστοι αναρχικοί στήριξαν και προσπάθησαν να βελτιώσουν τα σοβιέτ.
Οι ρώσοι αναρχικοί δεν βοήθησαν το κίνημα στην Ουκρανία εκτός από
μεμονωμένες περιπτώσεις. Όταν το κίνημα αυτό συνετρίβη ένας από τους
πρωτεργάτες του ενόπλου τμήματος του, ο Νέστορας Μάχνο, από τη εξορία,
μαζί με άλλους συνέταξε μια μπροσούρα για το οργανωτικό ζήτημα, την
περίφημη «οργανωτική πλατφόρμα» αντλώντας συμπεράσματα από τον αγώνα και
τη συντριβή, τα λάθη και τις παραλήψεις που υπήρχαν στο ουκρανικό
κίνημα. Και τι δεν άκουσε: ότι έγινε εξουσιαστής, ότι εισήγαγε τον
μπολσεβικισμό στους αναρχικούς κλπ.
Πιο δραματικές διαστάσεις είχε η αντίφαση αυτή στην
ισπανική επανάσταση του 1936.Οι αναρχικοί στις γεωγραφικές περιοχές που
έλεγχαν αλλά και στις πόλεις δημιούργησαν μόνο παραγωγικούς θεσμούς και
κάποιες κομούνες στην ύπαιθρο. Αντί να δημιουργήσουν επαναστατικά
πολιτειακά όργανα (συμβούλια ) στις πόλεις και την ύπαιθρο, ούτως ώστε
να περάσει στα χέρια του λαού η εξουσία και να ξεκινήσει η
αυτοκυβέρνηση, διατηρήθηκε η κεντρική κυβέρνηση και συμμετείχαν σε αυτή.8 Λαός; ποιος λαός; οι νέοι αναρχικοί έχουν σβήσει από το λεξιλόγιο τους την έννοια αυτή σαν υποτιμητική.
4. Ακόμα και σαν κριτική προς το υπάρχον, οι
αναρχικοί και ο Μπακούνιν, είδαν το κράτος στατικά και αυτονομημένο,
όχι σαν ένα ιστορικό φαινόμενο που μπορεί σε έκτακτες περιπτώσεις να
αυτονομείται. Αλλά σε νορμάλ περιόδους το κράτος δεν αυτενεργεί δεν
αυτό- κινητοποιείται διότι την ευθύνη για την κινητοποίηση –
ενεργοποίηση την έχει η κυβέρνηση και αυτή έχει το δικαίωμα να δόση
εντολές. Γι αυτό θα δείτε στις προκηρύξεις και στα κείμενα των αναρχικών
να λένε: το κράτος κάνει αυτό, κάνει εκείνο. Δεν αναφέρονται σχεδόν
καθόλου στην πολιτική διοίκηση του κράτους. Θα μου πείτε, ότι οι
κυβερνήσεις έρχονται και παρέρχονται και το κράτος μένει. Απαντώ:
αφαιρέσετε από το κράτος την πολιτική και γραφειοκρατική9 διοίκηση και το κράτος θα αρχίσει να καταρρέει.
Ο Μπακούνιν έδωσε – όχι σε όλα – αλλά σε αρκετά
σημεία στην ανάλυσή του, μεταφυσική διάσταση στο κράτους. Απόσπασε το
κράτος από την πολιτική του διοίκηση, ανεξάρτητα αν αυτή ήταν μοναρχία ή
δημοκρατία, μη βλέποντας –ιστορικά- ότι οποιοδήποτε κράτος, ακόμα και
το πιο δεσποτικό (και από την αρχαιότητα ακόμα) αν δεν έχει τη συναίνεση
ή ακόμα και συγκατάθεση ενός μεγάλου κομματιού της κοινωνίας και δεν
έλυνε κάποια προβλήματα, κυρίως επιβίωσης, δεν θα μπορούσε να σταθεί.
Δεν είδε ότι το κράτος είναι μεγάλος πατερναλιστής και Ιανός10
που έχει δυο πρόσωπα, ενώ το μαστίγιο και το καρότο είναι μια
πανάρχαια τακτική-στρατηγική της κυριαρχίας. Ο Μπακούνιν είδε ως επί το
πλείστον μόνο το μαστίγιο…
Ο σύντροφος αναρχικός φιλόσοφος Γκούσταβ Λαντάουερ,
είδε το ζήτημα και επιχειρηματολόγησε διαφορετικά. Γράφω σχετικά :
Πρέπει να γίνει συνείδηση στον καθένα ότι εμείς οι άνθρωποι είμαστε το
«κράτος» και θα συνεχίσουμε να είμαστε μέχρι να δημιουργήσουμε τους
θεσμούς ,τις κοινωνικές αλλά και διαπροσωπικές σχέσεις εκείνες, που θα
συνθέτουν μια δίκαιη α-κρατική κοινωνία. Αν υποθέσουμε ότι ξεσπά μια
επανάσταση, αν δεν έχει δημιουργηθεί σε μια μεγάλη πλειονότητα ανθρώπων
η α-κρατική συνείδηση πάλι κράτος θα δημιουργηθεί. Ο Λαντάουερ11
γράφει:
«… Το κράτος είναι μια κατάσταση, μια συγκεκριμένη σχέση μεταξύ ανθρώπων, ένας τρόπος ανθρώπινης συμπεριφοράς· το καταστρέφουμε συνάπτοντας άλλες σχέσεις, συμπεριφερόμενοι διαφορετικά. Οι άνθρωποι βρίσκονται αντιμέτωποι ο ένας με τον άλλον στα πλαίσια μιας «στατικής» σχέσης που καθιστά αναγκαίο το καθεστώς του κρατικού καταναγκασμού και αντιπροσωπεύεται από αυτό και μέσα σε αυτό. Συνεπώς, το καθεστώς μπορεί να ξεπεραστεί μόνο στον βαθμό που αυτή η σχέση μεταξύ των ανθρώπων θα αντικατασταθεί από κάποια άλλη. Αυτή η άλλη σχέση είναι οι Άνθρωποι. Είναι ένας δεσμός μεταξύ των ανθρώπων που ήδη υπάρχει, μόνο που δεν έχει ακόμη αποκτήσει σάρκα και οστά, δεν έχει ακόμη εξελιχθεί σε ανώτερο οργανισμό… ».
Θα σταθώ και σε ένα άλλο σημείο, πολύ σοβαρό κατά την
γνώμη μου, και θα είναι και το τελευταίο γιατί η επιστολή ήδη έγινε
μεγάλη (πάντως σε όλα αυτά τα ζητήματα θα αναφερθώ με πιο περιεκτικό
και αναλυτικό τρόπο μελλοντικά σε βιβλίο).
Οι αναρχικοί είδαν και την δημοκρατία στατικά και όχι ιστορικά, ενώ αποτελούσε αίτημα και αγώνας των πληβειακών τάξεων και ανεξάρτητα αν την σφετερίστηκαν οι αστοί και την μετέτρεψαν σε ρεπουμπλικανισμό και αντιπροσώπευση. Οι αναρχικοί όχι μόνο δεν την επανανοηματοδότησαν προσδίδοντας της νέα χαρακτηριστικά αλλά δεν ενδιαφέρθηκαν ούτε και ενδιαφέρονται για την, πρόσωπο με πρόσωπο ή άμεση δημοκρατία. Μέσα από γενικολογίες, περί ελευθερίας – ισότητας – αλληλεγγύης, δεν προτείνουν κανένα πολιτειακό θεσμό. Προσδίδοντας μια σημασία διαδικαστική στα πράγματα, υποστηρίζουν ότι εν μέρει έχουν δώσει λύση μέσω της ομοφωνίας για να μην καταπιέζεται η μειοψηφία.
Ένα μεγάλο τμήμα και των σημερινών αναρχικών
αποστρέφεται την αρχής της πλειοψηφίας ως ρυθμιστικού κριτηρίου των
πολιτικών αποφάσεων, στο όνομα της αρχής της ομοφωνίας ή συναίνεσης,
που δύσκολα μπορεί να εφαρμοστεί σε ένα μεγάλο μέρος της δημόσιας ζωής,
ακόμα και σε μία ελευθεριακή κοινωνία. Η ομοφωνία μπορεί να λειτουργεί
σε μικρές ανθρώπινες συσσωματώσεις όμως εγκυμονεί πάντα ο κίνδυνος να
εκφυλίζεται πολλές φορές στην άτυπη ολιγαρχία της μειοψηφίας και αυτό οι
αναρχικοί δε θέλουν να το δουν. Την ίδια αδιαφορία δείχνουν και με την
έννοια του πολίτη, της πολιτικής, κλπ σε μια νέα κοινωνία. Οι αναρχικοί
αντιλαμβάνονται την νέα κοινωνία ως επί το πλείστον σαν παραγωγιστικό
μοντέλο.
Γι όλα τα παραπάνω που ισχυρίζομαι, δεν αναφέρομαι σε
μεμονωμένους αναρχικούς θεωρητικούς ούτε σε μεμονωμένες ομάδες εδώ και
στο εξωτερικό που κάνουν μια προσπάθεια εμπλουτισμού της αναρχίας με νέα
στοιχεία. Αναφέρομαι πρωτίστως στο μαζικό κινηματικό φαντασιακό.
5. Η πλειοψηφία των αναρχικών κάνοντας πράξη
το απόφθεγμα του Μπακούνιν «Όποιος κάνει σχέδια για μετά την επανάσταση
είναι αντιδραστικός», δεν ασχολήθηκαν να σκιαγραφήσουν την μελλοντική
κοινωνία που οραματίζονται, πόσο μάλλον τα ζητήματα μετάβασης σε αυτή.
Επειδή είμαι αντιδραστικός, πριν κάποιο καιρό έλεγα μέσα από το βιβλίο “εγχειρίδιο του κοινωνικού αναρχισμού”12
{…} Aκόμα και να θέλαμε, είναι αδύνατο να περιγράψουμε, να προδιαγράψουμε ή να προκαθορίσουμε στις λεπτομέρειες τους τη μορφή και το περιεχόμενο της κοινωνικής αναγέννησης που θα φέρει η κοινωνική αυτοδιεύθυνση σε όλα τα επίπεδα. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αφήνουμε τη σκέψη και τη φαντασία να οραματιστεί και να σχεδιάσει. Με τίποτα δε μπορεί να προκαθοριστεί–εγκλωβιστεί σε νεκρά εγκεφαλικά σχήματα και χιλιαστικές επινοήσεις, ο οργασμός και ο πλούτος της ζωής στην αταξική–ακρατική κοινωνία, σε μια κοινωνία που η ζωή αποκτά νόημα και περιεχόμενο, σε μια κοινωνία που ο άνθρωπος σαν πρόσωπο αποκτά σημασία και νόημα. Κατ΄ αυτό τον τρόπο, το ζήτημα της υπέρβασης και μετάβασης σ΄ αυτές τις νέες συνθήκες αποκλείει κάθε έννοια νομοτελειακής βεβαιότητας, δεδομένου πως η απελευθέρωση των καταπιεσμένων–εκμεταλλευομένων τις σημερινής εποχής, είναι έργο των ίδιων. Άλλωστε, και ο σχεδιασμός υπό το πρόσχημα της επιστημονικότητας είναι μια φενάκη.
Συνεχίζω σε κάποιες άλλες παραγράφους
{…} Αναρχία, είναι η πραγμάτωση της θέλησης που αρνείται κάθε μορφή εξουσίας από τα πάνω, η οποία αφαιρεί από την κοινωνία και το άτομο τη δυνατότητα του αυτοκαθορισμού της. Η εξέλιξη της κοινωνίας και του ατόμου μπορεί να βαδίζει μόνο σε συνθήκες ισότητας, αλληλοβοήθειας πρόνοιας και αλληλεγγύης, μέσα από την προϋπόθεση της ελευθερίας-δυνατότητας για την ατομική και κοινωνική αυτοπραγμάτωση. Η δυνατότητα αυτή έρχεται από τον αγώνα ενάντια στην αλλοτρίωση, οικονομική και πολιτική, που παράγεται από την κεφαλαιοκρατία μέσα από το σύστημα της διαμεσολάβησης, της ετερονομίας, της εμπορευματοποίησης και της μισθωτής εργασίας-σκλαβιάς.Η ξουσία είναι ένα αγαθό το ίδιο αναγκαίο όπως τα αγαθά που καλύπτουν τις βασικές φυσικές μας ανάγκες. Είναι ένα ανθρώπινο φυσικό δικαίωμα και ως τέτοιο πρέπει να ισοκατανέμεται μεταξύ των μελών της κοινωνίας. Το ατομικό και συλλογικό αυτεξούσιο, η «εξουσία χωρίς το από πάνω η το από κάτω» είναι εκείνη η κοινωνική συνθήκη και το περιβάλλον που αναδεικνύουν την πραγμάτωση του «θέλω και του δύνασθαι», διότι κάθε άτομο μέσω της αξιοπρέπειας της κοινωνικής δραστηριότητας του, ολοκληρώνει τον εαυτό του και τους άλλους.Η γενικευμένη κοινωνική αυτοδιεύθυνση , σαν διαρκώς εξελισσόμενη κοινωνική, οικονομική–οργανωτική συνθήκη, ο αποκεντρωτισμός – κέντρο είναι παντού και περιφέρεια πουθενά- η αλλαγή του καταστατικού χάρτη των δήμων και των κοινοτήτων και η μετατροπή τους σε κοινωνικά συμβούλια-κομμούνες, η αυτοθέσμιση, η αυτονομία, το αυτεξούσιο, οι κοινωνικές πολιτοφυλακές και η άμεση δημοκρατία και σαν πολιτειακό σύστημα λήψης των αποφάσεων, η ανακλητότητα και κυκλικότητα της εκπροσώπησης από τις γενικές συνελεύσεις των κοινοτήτων, η ομοσπονδιοποίηση των κοινοτήτων, η συνομοσπονδιοποίηση των ομοσπονδιών, η αρχή της ελεύθερης συμμετοχής και αποχώρησης από αυτές. Όλα τα προηγούμενα αποτελούν επιγραμματικά, τις συνθήκες για μια κοινωνία οργανωμένη από τα κάτω.Με άλλα λόγια, η οργάνωση όλης της κοινωνικής ζωής από κάτω προς τα πάνω και όχι το αντίστροφο, οδηγεί στο δρόμο που περνά από το χώρο της πολιτικής και κοινωνικής αυτονομίας, για τη διευθέτηση και αυτοοργάνωση του τοπικού κοινωνικού, οικονομικού και εργασιακού περιβάλλοντος χώρου και χρόνου στη γενικευμένη πολιτική και κοινωνική αυτοδιεύθυνση που είναι η αναγκαία συνθήκη για να περάσει η ανθρωπότητα από το “βασίλειο της αναγκαιότητας” στο “βασίλειο της ελευθερίας”. Στο τέλος του κοινωνικού κάτω και πάνω, στην αληθινή ελευθερία, στην πραγματική ισότητα, την αληθινή κοινωνική δικαιοσύνη και την πραγματική οικολογική ισορροπία.Κάτω από τις συνθήκες καπιταλιστικής βαρβαρότητας που ζούμε μόνο η δημιουργία κινήματος από τη βάση, δηλαδή από τον κοινωνικό, εργασιακό και δημοτικό χώρο, σε μια κατεύθυνση ρήξης και ανατροπής των θεσμών και των διαδικασιών της κεφαλαιοκρατικής τάξης πραγμάτων, μπορεί να θέσει συνολικά τα ζητήματα υπέρβασης αυτών των συνθηκών.Μέσα από τις διαδικασίες των γενικών συνελεύσεων και της ανακλητής εκπροσώπησης για την από κοινού λειτουργία της κοινωνικής ζωής, δημιουργώντας και προτείνοντας στην κοινωνία διαδικασίες και όργανα που θα την κάνουν ανοιχτή σε συνθήκες επανατροφοδοτούμενης ελευθερίας, γκρεμίζοντας το συγκεντρωτισμό του κράτους και την αστικοποίηση των πόλεων. Ενάντια στην οικονομία για την οικονομία και την κατανάλωση για την κατανάλωση, μετατρέποντας την εργασία από μισθωτή δουλεία σε δημιουργική δράση και δημιουργώντας εκείνες τις συνθήκες που θα επιτρέπουν την κατανόηση και τη συνεργασία με τη φύση.Σ΄ αυτή την κατεύθυνση, είναι αναγκαία η δημιουργία ελευθεριακών συλλογικοτήτων δράσης (συμβούλια γειτονιάς, επιτροπές κατοίκων, συνεργατικές δράσεις, αυτόνομα συνδικάτα, πολιτιστικά στέκια, εργασιακά συμβούλια, σύλλογοι νέων και φοιτητών, οικολογικές ομάδες και οργανώσεις, οικοκοινότητες,κτλ), που μπορούν να μετατραπούν σε όργανα αποδόμησης του κρατικού και κομματικού ελέγχου και ρήξης με την υπάρχουσα κατάσταση.Αυτά τα όργανα αποδόμησης, σε οριζόντια διασύνδεση, συνεργασία και συντονισμό, τόσο για τα ιδιαιτέρα, τα τοπικά, όσο και για τα γενικότερα προβλήματα και ενδιαφέροντα τους, πρέπει να εμπεριέχουν ξέχωρα από το μερικό και το ολικό ζήτημα ανατροπής, μέσα από τη σύνδεση της καθημερινότητας με τα υπαρκτά προβλήματα που δημιουργεί αυτή η κοινωνία της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης και της μόλυνσης, σε μια διαδικασία αναπόσπαστη από την υπόθεση της συνολικής ρήξης και ανατροπής της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας.Τέλος, αυτές οι αντιθεσμίσεις- αυτοθεσμίσεις δημιουργούν το δικό τους πρότυπο ζωής, τη δική τους «εσωτερική» ζωή με τις δικές τους ανθρώπινες σχέσεις που είναι ενάντια στην αλλοτρίωση και ενάντια στην αποξένωση, όπου ο κάθε αγωνιστής, αλλά και ο καθένας καταπιεσμένος άνθρωπος, θα πρέπει να βρίσκει ζεστασιά, κατανόηση, αγάπη, θαλπωρή και αλληλεγγύη. Αυτές οι αυτοθεσμίσεις, αυτοί οι συλλογικοί οργανισμοί μπορούν και πρέπει να αποτελέσουν την «αντι- κοινωνία» μας, το πρόπλασμα για την μετάβαση στην νέα κοινωνική ζωή.
Όπως γράφει ένας σύντροφος:«Δεν πρέπει να φοβόμαστε να δανειστούμε, οφείλουμε όμως να παραμείνουμε αμετακίνητοι στις ιδέες μας. Πρέπει να δημιουργήσουμε τόπους ελευθεριακού πειραματισμού, όπου θα μπορούμε να ζούμε και να δοκιμάζουμε μορφές αυτοκυβέρνησης και κοινωνικής αλληλεγγύης, λέγοντας όχι στη διδαχή ενός και μόνο μοντέλου, ναι σε πολλά περισσότερα. Πολυσθενείς, πολυκεντρικοί και άκεντροι τόποι, χωρίς τυπικές ή άτυπες ιεραρχίες και γραφειοκρατίες στο εσωτερικό τους, ικανοί να γεννούν καινοτομίες και πολιτιστικές ανατροπές, να είναι δημιουργικοί και χωρίς προκαταλήψεις, αποτελώντας παραδείγματα για το πώς μπορεί να φτιαχτεί και να υπάρξει μια κοινωνία. Στιγμές συλλογικής αυτοκυβέρνησης, ελευθεριακά κοινωνικά κέντρα, ελευθεριακά συνδικάτα, ελευθεριακά σχολεία, ελευθεριακοί δήμοι οργανωμένοι από τα κάτω, δυνατότητα για όποιον επιθυμεί να προβεί σε κοινούς πειραματισμούς και οτιδήποτε άλλο έρχεται στο μυαλό που αντιπροσωπεύει και δείχνει την κοινωνία την οποία επιθυμούμε».Δεν είναι ιστορικά επιβεβαιωμένο ότι οι καταπιεζόμενοι – εκμεταλλευόμενοι της σημερινής εποχής, θα ακολουθήσουν τον έναν ή τον άλλο δρόμο. Εκείνο, όμως, που μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα είναι, ότι χωρίς πλατιές μαζικές (από το πολλοί μαζί) ελευθεριακές, αντιιεραρχικές13 αντισυγκενρωτικές οργανώσεις, χωρίς λαϊκά αντιθεσμικά όργανα, χωρίς συνοχή θεωρίας και πράξης δεν μπορεί να επιτευχθεί αυτός ο αγώνας. Ή που θα είναι αγώνας απελευθερωτικός ή που δε θα είναι! {…}
Κάθε εποχή εκτός των άλλων τρέφει και τρέφεται από
τις αυταπάτες της. Έτσι και εγώ για μια δεκαετία έτρεφα την αυταπάτη ότι
η αναρχία μπορεί να ανανεωθεί θεωρητικά και ιδεολογικά. Η μόνη ανανέωση
που συμβαίνει, ειδικά στην Ελλάδα που αποτελεί μια ιδιομορφία, είναι
ότι παραμένει εδώ και σαράντα χρόνια –εξωφρενικά- ένα κίνημα νεολαίας
αν και ο μέσος ηλικιακός όρος έχει ανέβει λίγο. Μια γενιά φεύγει, μια
γενιά έρχεται -δεν έχω πρόβλημα με τους σημερινούς νέους και νέες αλλά
αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να χαρακτηρίζει ένα κίνημα.
6. Οι αναρχικοί εκθείασαν-εκθειάζουν υπέρμετρα
το αυθορμητισμό και τον υποκειμενισμό που πήρε πολλές φορές
ανορθολογικές διαστάσεις. Πολλοί εκθείασαν την ατομική βία και σοβαροί
αναρχικοί ιστορικοί ενέταξαν στο ανθολόγιο της αναρχικής κοσμοθεωρίας
φιλελευθέρους όπως ο Γουίλιαμ Γκόντγουιν, ατομικιστές όπως ο Μπέντζαμιν
Τάκερ, ο Μαξ Στίρνερ, διάφορους νιτσεϊκούς, τολστοϊκούς κλπ (ας μην
απορούν κάποιοι για την νέα αναρχία στην Ελλάδα).
Η αναρχία από την μια, στην νέα εποχή, ξεκίνησε σαν
λογοπαίγνιο από τον Προυντόν και εξελίχθηκε ως μια κριτική αλλά και
συγκριτική θεώρηση των πραγμάτων ενάντια στον καπιταλισμό, τον αστισμό14 και
το κράτος, όπως επίσης και σαν μια αλτερνατίβα (εναλλακτική) στα δείνα
που απορρέουν από την εκμετάλλευση και την κυριαρχία. Από την άλλη εδώ
και 150 χρόνια δεν έχει γιατρευτεί από τις παιδικές της ασθενές και
είναι πολλές φορές υποχείριο αυτών των λογοπαίγνιων. Δείτε ένα
ανθολόγιο: Αναρχο-ατομικισμός, αναρχο-μηδενισμός, αναρχο-καπιταλισμός,
αναρχο- πρωτογονισμός, νέα αναρχία … ο κατάλογος είναι τεράστιος. Αυτό
ονομάστηκε από πολλούς ως πλουραλισμός και πολυμορφία των κοινωνικών
αγώνων. Πρόσθεσε το «άναρχο» μπροστά από κάθε επίθετο και έχεις φτιάξει
μια νέα ταυτότητα.15
Το μοντέρνο αναρχικό κίνημα – η
επονομαζόμενη και «νέα αναρχία» – και ιδικά το ελλαδικό είναι ένας
πολιτικός χώρος που φλερτάρει μεταξύ μικροαστισμού και ταξικότητας,
μεταξύ κοινοτισμού και ατομικισμού, μεταξύ επανάστασης και
συνωμοτικότητας – πραξικοπηματισμού, μεταξύ μιλιταρισμού και
αντιμιλιταρισμού, μεταξύ ολοκληρωτισμού και άμεσης δημοκρατίας, μεταξύ
συγκεντρωτισμού και αποκέντρωσης, μεταξύ οργάνωσης από τα κάτω και από
τα πάνω ( φραξιονισμού – σεκταρισμού), μεταξύ διαμεσολάβησης και αντι …
και πλήθος άλλων μεταξύ… αυτός ο μετεωρισμός των μεταξύ που έχει
ονομαστή και πολυμορφία είναι που έχει φέρει την αναρχία σε αυτήν την
χιμαιρική κατάσταση.
Στην γειτονιά μου όλοι με ξέρουν ως αναρχικό. Άντε
να εξηγήσεις ότι η νέα αναρχία ή ο αναρχο αντι-σπισισμός που βρίζει
τους κρεατοφάγους ως φασίστες, ή ο αναρχο-πρωτογονισμός, ο αναρχο-
ατομικισμός, ο αναρχο- μηδενισμός κλπ δεν έχουν σχέση με εσένα. Δεν θα
καταλάβουν και αυτές οι διαφορές ποσώς τους ενδιαφέρουν.
Για αυτούς και για ακόμη παραπάνω λόγους στους
οποίους ίσως αναφερθώ μελλοντικά με έναν πιο περιεκτικό τρόπο, κάτω από
αυτές τις συνθήκες παύω να αυτοχαρακτηρίζομαι προς το παρών ως
αναρχικός. Εννοείτε ότι παραμένω φανατικός αντικρατιστής ,
αντικαπιταλιστής και ελευθεριακός κομμουνιστής. Παραμένοντας πάντα
αθεράπευτα «ρομαντικός» επαναστάτης, σε μια εποχή που η κοινωνική
επανάσταση (ως κοινωνικό «πέρασμα») φαντάζει αδύνατη, συνεχίζω να
οραματίζομαι την επαναστατική προοπτική ως ανοιχτότητα προς την
ελευθερία, την κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα. Εν ολίγοις, συνεχίζω να
αρνούμαι το τέλος της κοινωνικής ιστορίας.
Αντίθετα με την πολιτική επανάσταση ή τις πολιτικές
μεταρρυθμίσεις – και εννοώ πολιτική, τη διαχείριση του συστήματος της
ανισότητας και της κυριαρχίας σε όλα τα επίπεδα – η κοινωνική επανάσταση
σε όλα τα επίπεδα, είναι η αναγκαία συνθήκη για να αποκτήσει η πολιτική
την πραγματική της σημασία. Να περάσει, δηλαδή, στα χέρια των πολιτών η
διεύθυνση και η διαχείριση τον λειτουργιών της πόλης, της κοινότητας
και της συλλογικής δημόσιας ζωής σε όλα τα επίπεδα.
Διότι όπως είδαμε ιστορικά τους δυο τελευταίους
αιώνες, κάθε νέα κατάσταση πραγμάτων αποσπασμένη από το κοινωνικό σώμα, η
οποία έχει στα χέρια της τις υποθέσεις της κοινωνίας, μπορεί να
αποτελέσει κίνδυνο για μια παλινδρόμηση στις εξουσιαστικές-αυταρχικές-
ιεραρχικές-καπιταλιστικές δομές, ακόμα και αν στηρίζει τη δραστηριότητά
της σε αντιεξουσιαστικές ρητορικές.
Αυτή την περίοδο προσεγγίζω λίγο περισσότερο την
Ζαπατίστικη αυτονομία, την πολιτική σκέψη του Καστοριάδη χωρίς την
εξιδανίκευση της αρχαίας αθηναϊκής δημοκρατίας και τον κομμουναλισμό του
Μπούκτσιν χωρίς την τακτική συμμετοχής στης δημοτικές εκλογές.
Η γενικευμένη κοινωνική αυτοδιεύθιση16
και η άμεση δημοκρατία είναι οι δρόμοι για να περάσουμε από τα
συστήματα διαχείρισης των ανθρώπων, στα συστήματα διαχείρισης των
πραγμάτων, μέσα από παραγωγικά, καταναλωτικά, κοινοτικά (κομμούνες)
συμβούλια.
Τελειώνοντας είχα γράψει κάποτε (ποιητική αδεία)
"Όταν αντηχήσει ο ήχος από την ποίηση των οδοφραγμάτων των κομμούνων του Παρισιού του 21ου αιώνα, οι ποιητές θα σιωπήσουν ή θα αναγκαστούν να σιωπήσουν! Οι νέες κομμούνες του 21ου αιώνα περιμένουν αυτές -αυτούς που θα τις δημιουργήσουν".
Προσθήκη
Εκεί που οι αναρχικοί διέπρεψαν και πρόσφεραν
τεράστιο κοινωνικό έργω είναι ο συνδικαλισμός , ο επαναστατικός
συνδικαλισμός αν και δεν ήταν εφεύρεση των αναρχικών και αργότερα
ονομάστηκε αναρχοσυνδικαλισμός πήρε σε πολλές χώρες μαζικές διαστάσεις.
Σε αντίθεση με ότι υποστηρίζετε δεν είχε εξάπλωση μόνο στον δυτικό κόσμο
αλλά και σε πολλές περιοχές της Ασίας και στην Αφρική. Βλέπω με πολύ
συμπάθια τον αναρχοσυνδικαλισμό, διαφωνώ όμως με το πρόταγμα του ότι η
μελλοντική κοινωνία θα οργανωθεί με βάση το συνδικάτο.
Επίσης να σημειώσω την ορθή κριτική που άσκησε ο
Μπακούνιν και οι αναρχικοί για την μορφή που θα πάρει ο αυταρχικός
σοσιαλισμός. Η διαμάχη του Μπακούνιν και του Μαρξ θα διατηρεί πάντοτε τη
σημαντικότητά της , η καταδίκη εκ μέρους του Μπακούνιν του μαρξιστικού
εξουσιασμού υπερβαίνει το μαρξισμό και ισχύει για όλους τους
εξουσιασμούς πασών των ιδεολογιών.
Πειραιάς – Δραπετσώνα 17/1/2014
ΥΓ: Παρακαλώ δώστε την ανάλογη σημασία και στις σημειώσεις
Σημειώσεις:
1)
Στην Ελληνική μυθολογία αναφέρεται η Χίμαιρα ως ένα φοβερό τέρας που
εξέπνεε φωτιά, είχε σώμα κατσίκας, κεφάλι λιονταριού, και ουρά του
κατέληγε σε φίδι. Σύμφωνα με άλλες περιγραφές, είχε περισσότερα από ένα
κεφάλια, συνηθέστερα τρικέφαλος (κεφαλή λέοντα, κατσίκας και δράκοντα).
Ο όρος «Χίμαιρα»
χρησιμοποιείται σήμερα για να περιγράψει όντα ή αντικείμενα που
δημιουργήθηκαν από το συνδυασμό ετερόκλητων στοιχείων. Η ελληνική
έκφραση «κυνηγάω χίμαιρες», σημαίνει «επιδιώκω κάτι ανέφικτο». Επίσης το
αυτό και η γαλλική έκφραση «ζε ρεπέτρ ντε χιμέρζ (= τρέφομαι με
χίμαιρες)
2)
Ζούσαμε και δρούσαμε σε μια περιοχή Δραπετσώνα Κερατσίνι όπου υπήρχαν
τρία τεράστια εργοστάσια: το τσιμεντάδικο ΑΓΕΤ Ηρακλής, τα
λιπάσματα-εργοστάσιο παραγωγής λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων, το γυψάδικο
και τα ταμπάκικα και επίσης το εργοστάσιο της ΔΕΗ που έκαιγε μαζούτ. Η
εναέρια και γενικότερα περιβαλλοντική μόλυνση ήταν τεράστια -θα μπορούσε
να χαρακτηριστεί σαν την κόλαση του Δάντη. Ειδικά το εργοστάσιο
λιπασμάτων ευθυνόταν για ένα μεγάλο ποσοστό της εναέριας μόλυνσης του
λεκανοπέδιου Αττικής. Τα εργοστάσια ήταν μέσα στον οικιστικό ιστό
Δραπετσώνας-Κερατσινίου και σε απόσταση αναπνοής από το κέντρο του
Πειραιά –όποιος φεύγει από το λιμάνι μπορεί να δει στην έξοδο τα
φουγάρα-τσιμινιέρες ως παλιά μνημεία της ένδοξης βιομηχανοποίησης.
Κάναμε αγώνα εμείς, ως αναρχικοί, αλλά και οι άλλοι δημότες για το κλείσιμο τους. Οι κομματικοί και λοιποί έλεγαν να μεταφερθούν τα λιπάσματα, εμείς λέγαμε να κλείσουν γιατί και σε άλλη περιοχή να πάνε τα ίδια προβλήματα θα δημιουργήσουν, μας κατηγορούσαν για αντι-εργατισμό. Όταν η εταιρία λιπασμάτων, ιδιοκτησίας Μποδοσάκη-Αθανασιάδη ζήτησε άδεια για εκσυγχρονισμό του εργοστασίου και αύξηση των δεξαμενών αμμωνίας, εκδώσαμε μπροσούρα που είχε τα εξής: μυστική έκθεση του υπουργείου Περιβάλλοντος (προϊόν απαλλοτρίωσης) που μιλούσε για κινδύνους από τις δεξαμενές αμμωνίας (έκθεση που μιλούσε για τριάντα χιλιάδες νεκρούς αν γινόταν έκρηξη των δεξαμενών), οικολογικές θέσεις αλλά και μια θέση κριτικής της τοπικής αυτοδιοίκησης. Είχαν προηγηθεί η μεγάλη διαρροή στο Σοβέζο της Ιταλίας , η μεγάλη διαρροή με χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες στην πόλη Μομπάλ στης Ινδίες βέβαια το πυρηνικό «ατύχημα» στο Τσέρνομπιλ και η μεγάλη πυρκαγιά στη Jet Oil στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης. Αυτά είχαν ευαισθητοποιήσει τον κόσμο.
Εκδόθηκε η μπροσούρα και μοιράστηκε πόρτα-πόρτα στης περιοχές μας. Αυτό είχε σαν συνεπεία να κινητοποιηθεί ο δήμος και να πάει ενάντια στον εκσυγχρονισμό του εργοστάσιου λιπασμάτων. Παραθέτω ένα απόσπασμα από την κριτική στη τοπική αυτοδιοίκηση για να διαπιστώσετε ότι από τότε νεαρός υποστηρίζω τα ίδια πράγματα και δεν περίμενα τις θέσεις του Μπούκτσιν περί ελευθεριακού δημοτισμού η κομμουναλισμού, αφού αυτές οι θέσεις αυτές εκδόθηκαν στην Ελλάδα σχεδόν δύο δεκαετίες αργότερα και τότε διαδίκτυο δεν υπήρχε.
Έγραφα:
{…} α) Η τοπική αυτοδιοίκηση σαν μηχανισμός, αστικά διαμορφωμένος με συγκεκριμένο διοικητικό σύστημα, αποτελεί συνέχεια του κρατικού μηχανισμού και παράλληλα είναι «ανταγωνιστής» αυτού. Συνέχεια αποτελεί ο διοικητικός της μηχανισμός που ασκεί τοπικό έλεγχο και εξουσία μέσα από το πλέγμα συγκεκριμένων κανόνων και αρμοδιοτήτων, που της παρέχονται από την κεντρική εξουσία. Ανταγωνιστής γίνεται από τη στιγμή που διεκδικεί από την κεντρική εξουσία, αρμοδιότητες και οικονομικούς πόρους.
Η τοπική αυτοδιοίκηση, στη σύγχρονη καπιταλιστική οργάνωση αποτελεί τμήμα του κεντρικού διοικητικού μηχανισμού του κράτους. Μέσα από αυτόν το κράτος συλλέγει, παρέχει, ελέγχει. Όταν μια πολιτική ομάδα καταλαμβάνει μια σειρά από θέσεις μέσα στη διοίκηση των ΟΤΑ (Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης), στο βαθμό που η συγκρότηση του «εκσυγχρονισμού» και της «επανίδρυσης» του κράτους μεταβάλλει τις πολιτικές διαμεσολαβήσεις σε ιδεολογικές και κατά συνέπεια σε διοικητικές πρακτικές ( ενώ το κράτος στο σύνολο του αποτελεί την πολιτική μορφή γενικής αποδοχής), αποκτά την ικανότητα συμμετοχής, συνομιλίας, συναποδοχής. Αποδοχής μέσα στο μπλοκ των αποφάσεων για την ανάπτυξη και την ασφάλεια. Αυτή την ικανότητα οφείλει να την επιβάλλει με όρους συναίνεσης μέσα από εκείνους τους θεσμούς που προάγουν και παράγουν εξουσία. Την ίδια στιγμή η πολιτικοκοινωνική ομάδα που συμμετέχει στη διαχείριση των ΟΤΑ , γίνεται αναπόσπαστο τμήμα του διοικητικού κρατικού μηχανισμού.
β) Στο επίπεδο της τοπικής κομματικής σύγκρουσης των εξουσιαστών κομμουνιστών, σοσιαλδημοκρατών και δεξιών, επικρατούν σε γενικές γραμμές όροι παραδεκτοί με σημασίες αποδοτικότητας: σχολεία, συγκοινωνίες, πάρκα, γήπεδα και σε επίπεδο ηθικολογίας: σκάνδαλα, διαφθορά κτλ. Βέβαια, όλα αυτά τα διακηρυγμένα αιτήματα βασίζονται σε γενικές γραμμές και ευθυγραμμίζονται μέσα από το κοινά παραδεκτό από όλα τα κόμματα, σύμπλεγμα: ανάπτυξη οικονομική – ασφάλεια θεσμική. Έτσι δεν μένει τίποτα άλλο, από το ποιο κόμμα θα αναλάβει τη διαχείριση των μερικών λειτουργιών των ΟΤΑ.
γ) Η συστημική ρεφορμιστική αριστερά – χωρίς να αμφισβητεί την τοπική διαίρεση και εξουσία διεκδικεί περισσότερη αυτονόμηση και φυσικά περισσότερες δαπάνες από τον κρατικό προϋπολογισμό, όχι βέβαια γιατί έχει στο νου της κάποιο μη συγκεντρωτικό σύστημα, αλλά γιατί σε τοπικό επίπεδο δημιουργεί την κομματική της αναπαραγωγή, καθώς και την ανάρτηση στην εξουσία εκείνων των διευθυντικών ομάδων που πυκνώνουν την κομματικότητά της. Σε τοπικό επίπεδο έχει τη δυνατότητα να θέτει ψευτοδιλήμματα που δεν απομακρύνουν τη σκέψη από την αστικότητα της εξουσίας. Τα κόμματα της αριστεράς συμμετέχουν στη διαχείριση της τοπικής αυτοδιοίκησης, με τους όρους-αξίες που θέτει το κεφαλαιο-κρατικό σύστημα: ικανότητα-ανικανότητα, αποτελεσματικότητα – αναποτελεσματικότητα, ορθολογικότητα – ανορθολογικότητα και τέλος, προγραμματισμός, επιστημονικότητα, διαιωνίζοντας συνεχώς την αντίληψη του ιστορικά διαμορφωμένου ρόλου που θέτει η αστική τάξη για την τοπική αυτοδιοίκηση.
Με αυτούς τους όρους διεξάγεται και η εκλογική διαμάχη που στοχεύει στην ανακατανομή των εξουσιαστικών-διοικητικών θέσεων και την εξισορρόπηση των πολιτικών – κομματικών ομάδων που διεκδικούν την άνοδο στην τοπική ιεραρχία, στο επίπεδο της διοίκησης, των αποφάσεων και της διαχείρισης των ζητημάτων τοπικής σημασίας. Στη «διαμάχη» αυτή, βέβαια κυριαρχούν κάποιες γραφειοκρατικές ομάδες τεχνοκρατών-διευθυντών. Αυτές οι ομάδες μπορούν να επιβάλλονται και να εκπροσωπούνται στους τοπικούς θεσμούς, στο μέτρο που μπορούν να ελέγχουν, να κινητοποιούν, να σφετερίζονται τη λαϊκή θέληση, στο βαθμό που μπορούν να πείσουν ότι οι δικές τους διευθυντικές-πολιτικές ανάγκες, είναι και ανάγκες του λαού.
δ) Οι ψηφοφόροι, αυτή η θλιβερή αφαίρεση του πολίτη σε οπαδούς, ψηφοφόρους καταναλωτές , καλούνται κάθε τέσσερα χρόνια να εκλέξουν τα διοικητικά τους συμβούλια, όχι βέβαια για να αυτοκαθορίσουν τις ανάγκες τους, αλλά για να εκλέξουν εκείνες τις γραφειοκρατικές ομάδες που εξουσιοδοτούνται να ασκήσουν διοίκηση και έλεγχο σε τοπικό επίπεδο, να πραγματώσουν την κρατική εξουσία στο πεδίο της αναπαραγωγής.
ε) Στα πλαίσια του δήμου και στα όρια της λεγόμενης τοπικής αυτοδιοίκησης πραγματοποιείται και η αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης κατά συνέπεια και του κεφαλαίου. Και αφού η χωροθέτηση της αναπαραγωγής θεσμοποιείται διοικητικά, ο έλεγχος των αντίστοιχων λειτουργιών της τοπικής αυτοδιοίκησης, ισοδυναμεί με μια μορφή ελέγχου της εργατικής δύναμης και κατά συνέπεια και του κοινωνικού κεφαλαίου και τμήματος της αγοράς. Η διαχείριση λειτουργιών του κεφαλαίου, ο έλεγχος λειτουργιών της αγοράς προάγει νέους στρατηγικούς ρόλους στο ύψος της κεφαλαιοκρατικής εξουσίας, εξουσίας που παρέχοντας «συμμετοχή» και «έλεγχο» στα κέντρα λήψης των αποφάσεων, δημιουργεί νέα ολιγοπώλια εξουσίας.
ζ) Απέναντι στο εξουσιαστικό μοντέλο της τοπικής αυτοδιοίκησης προτείνουμε την δημοτική αυτοδιεύθυνση. Σκεφτόμαστε οικουμενικά και δρούμε τοπικά. Είναι αδύνατον να παραμένει τοπικό το οποιοδήποτε πρόβλημα αλλά και ταυτόχρονα αδύνατον να μπορούμε να έχουμε οικουμενική παρέμβαση. Ο τόπος που ζούμε πρέπει να γίνει ένας τόπος ζωής, δημιουργίας, αλληλεγγύης και διαρκούς εξέλιξης προς την κατεύθυνσης της ελευθερίας. Η δημοτική αυτοδιεύθυνση είναι η εναλλακτική λύση που ως αναρχικοί παρουσιάζουμε στην κοινωνία και εμπεριέχει μια δυναμική διευθέτησης των προβλημάτων της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής ανισότητας.
Το όραμά μας είναι τόσο σαφές όσο και οι προτάσεις του. Αναδιανομή του κοινονικου πλούτου και της αμεσο δημοκρατικής λήψης αποφάσεων για τα κοινά μέσα στην κοινότητα. Αγωνιζόμαστε για την ισότητα στις αποφάσεις προτείνοντας τη συνέλευση της γειτονιάς στις πόλεις , το χωριό και κάθε άλλου κοινωνικού κύτταρου που μπορεί ισότιμα να παίρνει αποφάσεις για λογαριασμό του. Κανένας διαμεσολαβητικός μηχανισμός δεν μπορεί να υποκαταστήσει την εξισωτική σχέση μεταξύ των ανθρώπων. Η συνέλευση είναι το μοναδικό όργανο για τη λήψη των αποφάσεων στην κοινότητα που ανάλογα με τη γεωγραφική θέση κανονίζει τα του οίκου της.
Μόνο τότε ο Δήμος αποκτά την πραγματική του σημασία. Οι περιφερειακές συνελεύσεις που εκπροσωπούνται από άμεσα ανακλητά πρόσωπα, είναι η βάση για την κλιμάκωσή τους σε ομοσπονδίες και συνομοσπονδίες κοινοτήτων που ξεπερνώντας τα διοικητικά όρια του κράτους θα μπορούν να δίνουν λύση για τα προβλήματα και θα διευρύνουν τους ορίζοντες ελευθερίας. Η ελευθεριακή κοινότητα είναι ταυτόχρονα το πείραμα, το βίωμα και το βήμα για το διαρκές ξεπέρασμα του εξουσιαστικού μοντέλου ως τρόπου λήψης αποφάσεων και ζωής. {…}
Αυτή η μπροσούρα βγήκε το 1988, εξέλιξη αυτό των θέσεων υπάρχου στην μπροσούρα «ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ή ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΟΣ ΚΟΙΝΟΤΙΣΜΟΣ;» και βγήκε από τη πρωτοβουλία αναρχικών Πειραιά σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων και βρίσκετε εδώ:
3) Η μπροσούρα βρίσκετε εδώ: http://www.anarxeio.gr/contents/view/organosh-kai-agonas-gia-thn-anarxia
5)
Ένα ενδεικτικό παράδειγμα είναι, ότι εδώ και δυο εβδομάδες έχω βάλει
αυτή την αγγελία στο Indymedia «Μιας και ανέλαβε την προεδρία της
ευρωπαϊκής ένωσης η ελληνική κυβέρνηση, υπάρχει κάποιο κείμενο κριτικής
από αναρχική σκοπιά για αυτό το υπέρ εθνικό μόρφωμα που θυμίζει
αντεστραμμένη σοβιετία με την ένια και εκεί υπήρχαν κομισάριοι και εδω
υπάρχει η κομισιόν κλπ. Δείτε και αυτό το κείμενο που έχει μέσα και
σημεία με ιστορική σημασία, αφού οι αναρχικοί ήταν από τους πρώτους που
μίλησαν για τις ενωμένες πολιτείες της Ευρώπης. Αναρχική κοινωνιολογία του φεντεραλισμού Aν
υπάρχει στα αγγλικά παρακαλώ βοηθήστε γιατί δεν ξέρω καμία άλλη γλώσσα
εκτός από την μητρική μου». Περιμένω ακόμη απάντηση αλλά δεν θα έρθει
για τον λόγο ότι τέτοιο κείμενο δεν υπάρχει. https://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1509620
6) Για την κριτική μου στο αναρχικό χώρο, στην Ελλάδα, δείτε μερικά κείμενα.
6) Για την κριτική μου στο αναρχικό χώρο, στην Ελλάδα, δείτε μερικά κείμενα.
« Ο αναρχικός χώρος το στίγμα του από τη
μεταπολίτευση μέχρι σήμερα», που έγραψα με έναν σύντροφο από την
πρωτοβουλία Πειραιά και βρίσκετε εδώ: http://sesima.blogspot.gr/2015/05/2006.html
«Καλύτερα να μην μιλάμε για αναρχικό κίνημα αλλά για χώρους» Βρίσκεται για λίγο εδώ, διότι το σάιτ πρόκειται να κλείσει: http://eleftheriakos.gr/kalytera-na-min-milame-gia-anarhiko-kinima-alla-gia-horoys
Εναλλακτικά εδώ: http://sesima.blogspot.gr/2015/05/blog-post_43.html
7) Δεν είμαι οπαδός της τελεολογίας, δεν πιστεύω ότι μπορεί να υπάρξει
τέλεια κοινωνία η τέλεια κοσμοθεωρία. Αλλά όπως κάνουμε κριτική στις αντιφάσεις του καπιταλισμού και του μαρξισμού, άλλο τόσο πρέπει να γίνεται κριτική και στης αντιφάσεις της αναρχίας.
9)
H γραφειοκρατία είναι μια μορφή οργάνωσης κατά την οποία οι αποφάσεις
παίρνονται στην κορυφή, τις οποίες πρέπει να υπακούουν οι από κάτω και
μεταφέρονται διαμέσου μιας σειράς διαταγών όπως σε ένα στρατό. Mια
γραφειοκρατία δεν είναι μια αληθινή κοινότητα, η οποία προϋποθέτει ένα
σύνδεσμο ίσων ανθρώπων που παίρνουν τις αποφάσεις από κοινού και τις
μεταφέρουν έξω από το σύνδεσμο επίσης από κοινού.
10) Α. Το
κράτος στην μια μορφή του Ιανού (πολύ συνοπτικά) , είναι ένα
ιστορικό αλλά παράλληλα και απάνθρωπο δημιούργημα των αρχουσών ελίτ που
διέπεται συνοπτικά από αρχές αποφασισμένες:
I) Να διατηρούν διά της βίας άδικες μορφές ιδιοκτησίας, που οδηγούν στην φτώχεια και στα κακά που αυτή προκαλεί (σωματικά, πνευματικά, ηθικά και κοινωνικά), στην παθολογική πλεονεξία, τον φόβο και την εμπορευματοποίηση όλων των αξιών.
II) Να γεννούν ενοχή, απογοήτευση, σύγχυση, άγχος και εχθρότητα, μέσω πληθώρας αυθαίρετων νόμων και διατάξεων.
III) Να συμβάλλουν στην ενστάλαξη μιας ψευδούς αντίληψης των αξιών, δίδοντας έμφαση σε άσχετα ή βλαβερά “ηθικά καθήκοντα”, όπως η υπακοή στις απαιτήσεις της πολιτικής, θρησκευτικής ή όποιας άλλης εξουσίας, όσο ανούσιες ή ανήθικες κι αν είναι οι απαιτήσεις αυτές.
IV) Να προσφέρουν ένα αποθαρρυντικό παράδειγμα απερίγραπτης βαρβαρότητας και αδιαφορίας απέναντι στον πόνο, μέσω της στρατιωτικής του δράσης, της οικονομικής του πολιτικής και της αντιμετώπισης αυτών που δεν συμμορφώνονται.
V) Να υπονομεύουν την κοινότητα και την προσωπική ευθύνη, καθιερώνοντας τον έλεγχό του σε όλους τους τομείς της ζωής.
Β. Το κράτος, στην άλλη μορφή του Ιανού είναι το κοινωνικό συμβόλαιο, δηλαδή το κράτος πρόνοιας, το κράτος δικαίου και όλες αυτές οι δημόσιες λειτουργιές για την ευρυθμίας της κοινωνίας πχ υγεία, παιδεία και όλοι αυτοί οι κοινωφελείς οργανισμοί, οι κρατικές καπιταλιστικές κολεκτίβες όπως η ΔΕΗ, η ΕΥΔΑΠ, κλπ. Επίσης το κράτος είναι και παραμένει μεγάλος εργοδότης, όχι μόνο από το εργατικό προσωπικό, από την διοίκησή του και τις δημόσιες επιχειρήσεις αλλά και από τις εργολαβίες που δίνει στους ιδιώτες, ακόμα και στην μητρόπολη του καπιταλισμού τις ΗΠΑ. Δείτε λόγου χάριν, σχέση κράτους και στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος.
Εννοείται ότι σε αυτές τις κρατικές-καπιταλιστικές επιχειρήσεις συμβαίνει η αναπαραγωγή του κεφαλαίου και της εργατικής δύναμης σε αντίθεση με αυτό που υποστηρίζει μερίδα των μαρξιστών οι οποίοι μιλούν για «κοινωνικό κεφάλαιο» με την έννοια της κοινωνικής ανταποδοτικότητας μέσω της φορολογίας – τελών κλπ. Το κράτος είναι και αφεντικό χωρίς πάσα αμφιβολία. Τώρα οι κυβερνήσεις διαλύουν αυτή την κατάσταση και αφήνουν πίσω τους ερείπια ιδιωτικοποιώντας πολλές όψεις τις δημόσιας σφαίρας.
Οι αναρχικοί αδυνατούν να επεξεργαστούν μια νέα έννοια της δημόσιας σφαίρας και ένα πρόγραμμα. Ελάχιστοι από αυτούς ασχολούνται με τις προσπάθειες ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις πχ νερού, ενέργειας, υγείας κλπ. Έγραφα: Η ελευθεριακή σκέψη οφείλει να επαναδιατυπώσει ένα κοινοτικό πρόταγμα, έτσι ώστε «ο έλεγχος της κοινότητας, εάν και όταν καταστεί αποτελεσματικός, να αποτελέσει μια συντριπτική πρόκληση όχι μόνο για την κυβέρνηση, αλλά και για τους διαχειριστές του κεφαλαίου και της οικονομίας». Ο «νέος» αναρχισμός οφείλει να στηρίξει τη «συλλογική δράση ως εναλλακτική λύση απέναντι στην ιδιωτικοποίηση ή στην κρατική ρύθμιση».
Η κοινοτική ιδέα του αναρχισμού θα μπορέσει να έχει μια πραγματική δυνατότητα εφαρμογής σε ευρεία κλίμακα, μόνο στο μέτρο που τα νέα αντιφιλελεύθερα κινήματα θα είναι ικανά να θέσουν υπό αμφισβήτηση τα δόγματα της αριστεράς του κράτους: «Είναι πέραν κάθε αμφισβητήσεως, ότι τον επόμενο αιώνα τα χαρακτηριστικά της κοινωνικής αλληλεγγύης και της αλληλοβοήθειας πρέπει να επανεξεταστούν, προκειμένου να δημιουργηθεί μία κοινωνία πρόνοιας πάνω στα ερείπια του κράτους πρόνοιας».
Η εναλλακτική λύση απέναντι στην κρίση του κοινωνικού κράτους δεν μπορεί λοιπόν παρά να προέλθει από μία σύγχρονη ανάγνωση της κοινοτικής παράδοσης του αναρχισμού: η «κοινωνία της πρόνοιας», όπως την αποκαλεί ο Γουώρντ, οφείλει να είναι αποκεντρωμένη και οργανωμένη πάνω σε ελευθεριακές, αμεσοδημοκρατικές, συνομοσπονδιακές βάσεις.
Γ. Το κοινωνικό συμβόλαιο
Το κοινωνικό συμβόλαιο, δηλαδή το κράτος, είναι το φάντασμα του μαζικού συγκεντρωτικού ελέγχου. Η επίλυση του προβλήματος της κοινωνικής αδικίας και η ισοκατανομή των βασικών κοινωνικών αγαθών δηλαδή του παραγομένου κοινωνικού πλούτου πρέπει να συνάδουν με τα ιδανικά μας, που δεν συνίστανται μόνο στο πώς θα μοιράσουμε τον πλούτο ή θα κατανείμουμε τους πόρους, διότι ο πλούτος μπορεί να μοιραστεί σχετικά δίκαια ακόμη και μέσα σε μια φυλακή, και οι εξωτερικοί πόροι μπορούν να κατανεμηθούν σχετικά δίκαια μέσω του κρατικού μηχανισμού.
Αν και ο Ρωλς συγκαταλέγει την ελευθερία, τις ευκαιρίες και τον αυτοσεβασμό, στα βασικά αγαθά, τα «αγαθά» αυτά δεν μπορούν να αποκτήσουν σάρκα και οστά ούτε μέσω του κράτους, ούτε μέσω του μυθικού κοινωνικού συμβολαίου. Τα ιδανικά μας αφορούν την απελευθέρωση της δημιουργικής παρόρμησης, τις ευκαιρίες για αυτοοργάνωση και την ανασυγκρότηση της κοινωνίας γι’ αυτόν τον σκοπό.
Η ελπίδα μας για την
επίλυση του προβλήματος της κοινωνικής αδικίας
βρίσκεται στους ανθρώπους, σε μας, στην πνευματική και κοινωνική μεταμόρφωση. Παράλληλα και ενάντια προς το κράτος, χρειάζεται να οικοδομήσουμε νέες κοινωνικές αλλά και διαπροσωπικές σχέσεις, κοινωνικούς θεσμούς εμποτισμένους με την αναζωογόνηση του πνεύματος.
βρίσκεται στους ανθρώπους, σε μας, στην πνευματική και κοινωνική μεταμόρφωση. Παράλληλα και ενάντια προς το κράτος, χρειάζεται να οικοδομήσουμε νέες κοινωνικές αλλά και διαπροσωπικές σχέσεις, κοινωνικούς θεσμούς εμποτισμένους με την αναζωογόνηση του πνεύματος.
11) Ο Λαντάουερ λοιδορήθηκε για αυτά που έλεγε και έπεσε σε αφάνεια στους αναρχικούς κύκλους. Τον είπαν μάλιστα, μεταφυσικό και ιδεαλιστή. Ο Λαντάουερ συμμετείχε στην ίδρυση του σοβιέτ του Μονάχου, στην επανάσταση των συμβουλίων στην Γερμανία το 1919. Μετά την συντριβή της επανάστασης από την σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση και τα Φράικορπς «Freikorps» μετέπιπτα SS, o Λανταουερ φυλακίστηκε μαζί με δέκα συντρόφους.
Τα «Freikorps» πήγαν στη φυλακή και τους εκτέλεσαν όλους. Θα μου πείτε, γιατί τα γράφω αυτά; Διότι σε σχέση με τη Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Καρλ Λίμπκνεχτ που δολοφονήθηκαν επίσης και μνημονεύονται από τότε από την αριστερά, ο Λαντάουερ και οι σύντροφοι του, λόγω του ότι πήγαν να ανανεώσουν το δόγμα, έπεσαν σε δυσμένεια και δεν μνημονεύονται καθόλου. Αν και ο Λαντάουερ ήταν ανάλογης ή και μεγαλύτερης εμβέλειας θεωρητικός, διότι ήταν και φιλόσοφος, σε σχέση με τη Λούξεμπουργκ που είναι πασίγνωστη, τον ξέρουν και τον μνημονεύουν ελάχιστη αναρχικοί. Χάρη στις εκδόσεις «Τροπή» έχουμε στην Ελλάδα μερικά από τα βιβλία του Λαντάουερ, με κορυφαίο το Έκκληση για σοσιαλισμό
12) Το βιβλίο βρίσκεται εδώ: http://www.anarxeio.gr/contents/view/arxes–stoxoi–8eseis–egxeiridio-istorikothtas
13)
Έγραφα: {…) Ο καθένας από εμάς, αλλά και συνολικά το κίνημα, χρειάζεται
να απαντήσει στο ερώτημα που μας τίθεται ακόμα και σε υπαρξιακό
επίπεδο: «ποιοι είμαστε , πού πηγαίνουμε και τι θέλουμε». Όπως και το
πώς και με ποιους τρόπους από ένα κατακερματισμένο κίνημα διαμαρτυρίας
και πολλές φορές περιχαρακωμένης η σεκταριστικής δράσης, θα κατορθώσουμε
να θέσουμε το κοινωνικό και πολιτειακό μοντέλο του καπιταλισμού σε
ιστορική αμφισβήτηση. Αυτά τα ερωτήματα στέκονται αμείλικτα μπροστά μας.
Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα σημείο καμπής. Ένας κύκλος κλείνει και για
να ανοίξει ένας νέος, όμως για να αρχίσει η πραγματική συζήτηση,
χρειάζεται ο αναρχισμός να ξαναβρεί την προταγματική κοινωνική του φύση.
Ένα πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση αυτή είναι η συνειδητοποίηση και η προσπάθεια εξάλειψης μιας σημαντικής αντίφασης που υφίσταται εντός του κινήματος και που για μας τους αναρχικούς παίρνει πολλές φορές οριακές διαστάσεις. Το δέον είναι, εφόσον την αναγνωρίζουμε, να καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για την άρση της. Το μη δέον είναι το να την αγνοούμε, αλλά και όταν παραδεχόμαστε την ύπαρξη της να μην είμαστε διατεθειμένοι να πράξουμε για την υπέρβασή της.
Ενώ κατανοούμε ότι κουβαλάμε συνήθειες και αντιλήψεις του κόσμου που ζούμε (αλλά και θέλουμε να αλλάξουμε), γνωρίζοντας ότι υπάρχουν ατομικές και συλλογικές ανεπάρκειες (κανείς τέλειος, όχι με την θρησκευτική έννοια ούτε με την φιλοσοφική τελεολογία), πολλές φορές αναπαράγουμε αυτόν τον κόσμο στο εσωτερικό μας, στις μεταξύ μας σχέσεις. Αυτό καταντάει την αναρχία αναξιόπιστη και χιμαιρική επιβεβαιώνοντας αυτούς που ισχυρίζονται ότι είναι αδύνατες οι κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων χωρίς ιεραρχία και κυριαρχία.
Το μη δέον είναι, ότι ξέροντας πως από το κέλυφος της παλιάς κοινωνίας θα γεννηθεί η νέα, δε βρίσκουμε εκείνες τις διαδικασίες και τα συλλογικά εκείνα εργαλεία για να αποτρέπουμε την αναπαραγωγή αυτών των παλιών συνηθειών στις μεταξύ μας σχέσεις (ιδιαίτερα όταν οι παλιές συνήθειες αναπαράγονται με την μορφή της «άτυπης ιεραρχίας» και των διευθυντηρίων λήψης αποφάσεων που είναι δύσκολο λόγω του ότι είναι «αόρατα» να ελεγχθούν και να εξαλειφθούν).
Το δέον είναι, το να παλεύουμε να ξεπεραστεί, όσο είναι δυνατόν, η συνείδηση της ιεραρχίας-κυριαρχίας και των διακρίσεων-προνομίων μεταξύ των ανθρώπων (ιδιαίτερα στον τρόπο που παίρνουμε και υλοποιούμε τις συλλογικές μας αποφάσεις) και το να μη φοβόμαστε να πειραματιστούμε με νέες πρακτικές, ενάντια στη δύναμη της συνήθειας που παράγει συντηρητισμό.
Ο αναρχισμός θεωρεί ως μία από τις πρώτιστες αρχές του τη θέση βάσει της όποιας μόνον ελευθεριακά μέσα μπορούν να χρησιμοποιηθούν (και όχι απλώς «θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν»), για να οικοδομηθεί με επιτυχία μια ελευθεριακή κομουνιστική κοινωνία.{…} Δείτε: « Η Τυραννία της Έκλειψης Δομής» http://sesima.blogspot.gr/2015/05/blog-post_58.html
14)
Παραφράζοντας ένα παλιό χωρίο ισχυρίζομαι ότι σήμερα, όπως και χθες, σε
κάθε ζωντανή κίνηση, σε κάθε ώρα της ύπαρξής μας, είμαστε «αιχμάλωτοι»
στις θηλιές της αστικής κουλτούρας, μη έχοντας άλλες πηγές και μέσα από
τα αποτελέσματα και τα επιτεύγματα της κουλτούρας αυτής. Στο σπίτι, στην
οικογένεια, στο σχολείο, στη δουλειά… παντού συναντιόμαστε με την
αστική παρουσία, με το αστικό πνεύμα, τα αστικά συμφέροντα… Σε κάθε
δίσκο, σε κάθε ραδιοφωνικό τηλεοπτικό κύμα, παράγεται η αστική σκέψη, η
καπιταλιστική ψυχή. Δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτή την πανταχού
παρούσα «αστικότητα».
Στις μέρες μας που ο αστισμός αναπαράγεται κάθε δευτερόλεπτο ιδιαίτερα από τα μαζικά μέσα αποβλάκωσης και η εδραίωση του συστήματος της διαμεσολαβημένης κοινωνικής ζωής φαντάζει ακλόνητη, μπορεί να αισθανόμαστε ασφυκτικά περικυκλωμένοι από αυτή την κατάσταση, όμως δεν χρειάζεται να περάσουμε σε άλογες πρακτικές. Αυτό που χρειάζεται είναι η ανασυγκρότηση των επαναστατικών εννοιών ενάντια στην ασυναρτησία.
Η γνώμη μου είναι ότι ο καθένας που θέλει να αυτοαναφέρεται ως ελευθεριακός, αντιεξουσιαστής ή αναρχικός, οφείλει να μην αποφεύγει τον πόλεμο ιδεών, να μάχεται, υπερασπίζοντας και γνωρίζοντας την διαχρονικότητα των αναρχικών αξιών βελτιώνοντας και εμπλουτίζοντας τες στο σήμερα, αποφεύγοντας λάθη και παραλήψεις του παρελθόντος και ενάντια στην δήθεν «νεωτερικότητα» που προβάλλουν-προωθούν οι σημερινές και αυριανές ελίτ της κυριαρχίας και στην δήθεν αποϊδεολογικοποίηση – αποιστορικοποίηση του κόσμου. Ξέρουμε ότι στην παρούσα κατάσταση δεν μπορούμε να αντιπαλέψουμε με έναν αποτελεσματικό τρόπο την ασυναρτησία, την ασάφεια και τη σκόπιμη αποσύνθεση των εννοιών που παράγει το σύστημα. Όμως μπορούμε να ξεκινήσουμε τουλάχιστον σε ένα πρώτο επίπεδο να οργανώνουμε με σαφήνεια και συνοχή το ποιοι είμαστε και τι θέλουμε. Ιδιαίτερα τώρα, που οι ελίτ παρουσιάζουν με ένα κυνικό τρόπο την κρίση του συστήματος ως «δημιουργικό καταστροφισμό».
Η διαστρέβλωση των εννοιών και του λόγου είναι μια πολύ παλιά τακτική των διανοούμενων απολογητών των κυρίαρχων τάξεων για να θολώνουν τα νερά και να προκαλούν σύγχυση στους κυριαρχούμενους. Ο Ράουτερ παρατηρούσε από την δεκαετία του ΄60 κιόλας στο «Η Κατασκευή Υπηκόων» ,ότι: «… όσο ασαφέστερα εκφράζεται κανείς, τόσο περισσότερο μένει κρυμμένο το ψέμα που υπάρχει στον λόγο του …»!
Αλλά δεν είναι μόνο το ψέμα που προκύπτει από την αποσύνθεση των εννοιών που προάγουν και αναπαράγουν οι απολογητές (θεραπαινίδες) του συστήματος. Είναι ο πόλεμος για τη διατήρηση του στάτους της κυριαρχίας. Εδώ πολύ σωστά παρατηρεί ο Τόμας Σαζ, στο «Ο Πόλεμος των Ορισμών», ότι:
«… Ο πόλεμος για τον έλεγχο του κόσμου είναι και πόλεμος ορισμών… Ο αγώνας καθορισμού και ελέγχου των νοημάτων είναι αγώνας για επιβίωση… αυτός που πρώτος θα ορίσει το νόημα μιας κατάστασης, επιβάλλει στον άλλον την δική του πραγματικότητα και τον ορίζει, είναι ο νικητής… έτσι κυριαρχεί κι επιβιώνει. Εκείνος που ετεροκαθορίζεται, υποτάσσεται και ίσως ακόμα και εξοντώνεται…»!
Ο καπιταλισμός από την μια κατακερματίζει και από την άλλη ομογενοποιεί – σύμφωνα με τα πρότυπα του – τον κόσμο, παράλληλα έχει κατακερματίσει την εργατική τάξη αλλά και το κοινωνικό υποκείμενο, για να ασκεί αποτελεσματικότερα την διαχείριση και τον έλεγχο της εκμεταλλευόμενης – καταπιεζόμενης κοινωνίας. Το υποκείμενο που δημιουργεί είναι μισό-λειψό – πόσο μάλλον επαναστατικό – γι αυτό χρειάζεται να δημιουργήσουμε εκείνες της συνθήκες για την ανάδυση εκείνου του ολοκληρωμένου επαναστατικού υποκυμμένου, δημιουργώντας συνεκτικές δομές αγώνα και θεώρησης. «Οι κοινωνία του θεάματος» φαντάζει λίγο ξεπερασμένη χρειάζεται μια νέα θεώρηση των πραγμάτων πάνω στην βάση του κατακερματισμού.
Στην εποχή μας όπου κανείς δε μένει, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο ανεπηρέαστος από αυτήν. Αυτό φυσικά ισχύει και για τους αναρχικούς ανεξάρτητα αν ιστορικά είναι δικαιωμένοι στην κριτική τους τόσο για την σάπια ρεφορμιστική σοσιαλδημοκρατία όσο και για την ριζοσπαστική εκδοχή της, τον μπολσεβικισμό. Η σοσιαλιστική προοπτική της ανθρωπότητας βούλιαξε στους παγωμένους βάλτους της Σιβηρίας και από προοπτική ευτοπίας, έγινε δυστοκία και χίμαιρα στα μάτια των προλετάριων της σημερινής εποχής, ενώ ο ρεπουμπλικανικός νεοφιλελευθερισμός μάς έχει μετατρέψει σε μικροϊδιοκτήτες της αθλιότητας και παθητικές ιδιωτικοποιημένες πληθυσμιακές στοίβες οπαδών – ψηφοφόρων – καταναλωτών.
Το χάσιμο της έννοιας της «society will» (κοινότητας θελήσεων), είναι που δυσκολεύει εμάς και τους προλετάριους της σημερινής εποχής στη συλλογική μας συγκρότηση. Είναι περισσότερο το χάσιμο του ονείρου για μια κοινωνία προς το ανθρωπινότερο, δηλαδή της πίστης ότι μπορεί να υπάρξει μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση και κυριαρχία από άνθρωπο σε άνθρωπο, και λιγότερο οι λύσεις που προσφέρει ο καπιταλισμός που σχίζουν την κοινότητά μας. Πόσο μάλλον, από τη στιγμή που ο κοινωνικός δαρβινισμός «ο πόλεμος όλων εναντίον όλων», δηλαδή ο ανταγωνισμός και ο ατομικισμός του «ο σώσον εαυτό σωθήτο» έχουν γίνει καθολικά καθημερινά φαινόμενα.
Ο νεοφιλελευθερισμός δεν επικράτησε μέσα από καμιά ηρωική μάχη για τον απλούστατο λόγο ότι δεν έδωσε καμιά τέτοια μάχη. Ήρθε και θρονιάστηκε στην παρακμή των σοσιαλιστικών ιδεών από τη στιγμή που αυτές έγιναν μπολσεβίκικη σταλινική εκδοχή, και στη ρεφορμιστική του έκδοση σοσιαλ-φιλελευθερισμός. Αν αναλυθεί αυτό το ζήτημα κάτω από άλλη σκοπιά (κάτι που δεν είναι του παρόντος), θα αναδειχθεί η εκπληκτική ομοιότητα και των δυο συστημάτων (δυτικό ανατολικό) τόσο ως προς την απολυταρχική πυραμιδοειδή, πλατωνικού τύπου πολιτεία τους, όσο και στο πόσο ιδιωτικές είναι αυτές οι κοινωνίες. Γιατί όσο πιο δεσποτικά, ολοκληρωτικά διαμορφώνεται η κοινωνική ζωή από τις άρχουσες ελίτ, τόσο πιο πολύ κατατρώνε τη δημόσια σφαίρα.
Το κράτος και τα αφεντικά ζουν σε βάρος του δημοσίου, δηλαδή της κοινωνίας. Σε αυτό ο μπολσεβίκικος ολοκληρωτισμός όσο και ο νεοφιλελεύθερος ολοκληρωτισμός της αγοράς, δε διαφέρουν παρά μόνο στις εκφάνσεις. (Ένα άλλο παράδειγμα είναι τα ναζιστικά και φασιστικά καθεστώτα. Με αυτή την έννοια φανταστείτε πόσο ιδιωτικές κοινωνίες ήταν όχι μόνο εξαιτίας της τρομοκρατίας).
Εάν ο σοσιαλισμός είναι σε κρίση, αναφέρει ο Γουώρντ, αυτό συμβαίνει «ακριβώς επειδή το παγκόσμιο σοσιαλιστικό κίνημα προσανατολίστηκε προς τη διεύρυνση της κρατικής εξουσίας και όχι προς τον περιορισμό της». Η χρεοκοπία σε πλανητική κλίμακα της μαρξιστικής ιδεολογίας και γενικότερα του κρατικού πνεύματος του σοσιαλισμού είχε ως μία από τις πιο πρόσφατες συνέπειές της την αναβίωση του φιλελευθερισμού, που διαβρώνει προοδευτικά όχι μόνο τις εδώ και δεκαετίες κοινωνικές κατακτήσεις των λαϊκών τάξεων, αλλά και την ίδια την ιδέα της δημόσιας υπηρεσίας.
15) Δείτε ακόμη μερικά δείγματα:
« Ο καπιταλισμός είναι η
πληρέστερη έκφραση του αναρχισμού και ο αναρχισμός η πληρέστερη έκφραση
του καπιταλισμού». Murray Rothbard Σαλπάροντας για τη φιλελεύθερη Ουτοπία, Ελευθεριακά και φιλελεύθερα:Dr
Yaron Brook, Αναρχοκαπιταλισμός
Yaron Brook, Αναρχοκαπιταλισμός
Υπάρχει επίσης,
επικριτικά, το «αναρχία στην παραγωγή» που λένε οι μαρξιστές, «άναρχη
ανάπτυξη» που λένε οι οικονομολόγοι, «άναρχη δόμηση» που λένε οι
πολεοδόμοι … και εδώ ο κατάλογος είναι τεράστιος. Μέχρι που έχω ακούσει
ότι το δάσος έχει αναπτυχτεί άναρχα από δασολόγο. Ένα παλιό αφεντικό
μου έλεγε και εγώ αναρχικός είμαι ρε μαλάκα, αφού περνώ με κόκκινο δεν
πληρώνω εφορία, ΙΚΑ κλπ, άρα πάω ενάντια στους νόμους.
16) Ποιες είναι οι βασικές αρχές της αυτοδιεύθυνσης; Θα τις αναφέρουμε εν συντομία: Αυτοδιεύθυνση, σημαίνει εξ΄ ορισμού αυτοκαθορισμός. Αποκλείει τη διεύθυνση άλλων, την κυριαρχία ανθρώπου πάνω σε άνθρωπο. Αποκλείει, όχι μόνο τη διαρκή νομική κατοχυρωμένη εξουσία του κράτους με τους καταπιεστικούς θεσμούς, αλλά απαιτεί την κατάργηση της αρχής του κράτους από τις ανεπίσημες ενώσεις του λαού: από τα συνδικάτα, από τους χώρους εργασίας και από τις μυριάδες συσπειρώσεις και σχέσεις που συγκροτούν την κοινωνία.
Η Αυτοδιεύθυνση, εξ΄ ορισμού, είναι η ιδέα ότι οι εργάτες (όλοι οι εργάτες περιλαμβανομένων των τεχνικών, των μηχανικών, των επιστημόνων, των προγραμματιστών, των συντονιστών, όλων), που απασχολούνται με την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών μπορούν οι ίδιοι να διευθύνουν και να συντονίζουν αποτελεσματικά την οικονομική ζωή της κοινωνίας. Αυτή η πίστη στηρίζεται σε τρεις αδιαχώριστες αρχές: α) πίστη στη δημιουργική ικανότητα των μαζών, στον διασυρμένο “κοινό άνθρωπο” και όχι σε μια αριστοκρατική τάξη “ανώτερων” ανθρώπων, β) αυτονομία (αυτοκυβέρνηση), γ) αποκέντρωση και συντονισμός, με την ελεύθερη συμφωνία του φεντεραλισμού (ομοσπονδιοποίηση).
******************************
ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ
Αναρχισμός, οργάνωση και τάξη
1. (Μια μικρή συνεισφορά στη συζήτηση για το ταξικό)
« Ο καπιταλισμός κατακερματίζει και
ομογενοποιεί τον κόσμο, παράλληλα έχει κατακερματίσει την εργατική τάξη
αλλά και το κοινωνικό υποκείμενο, το υποκείμενο είναι μισό-λειψό – πόσο
μάλλον επαναστατικό – γι αυτό χρειάζεται να δημιουργήσουμε εκείνες της
συνθήκες για την ανάδυση εκείνου του ολοκληρωμένου επαναστατικού
υποκυμμένου, δημιουργώντας συνεκτικές δομές αγώνα και θεώρησης. «Οι
κοινωνία του θεάματος» φαντάζει λίγο ξεπερασμένη χρειάζεται μια νέα
θεώρηση των πραγμάτων πάνω στην βάση του κατακερματισμού».
2. Ο Καστοριάδης λέει σχετικά:
«…Αν ο καπιταλισμός μπόρεσε να λειτουργήσει και να αναπτυχθεί στο παρελθόν, αυτό έγινε επειδή κληρονόμησε μια σειρά ανθρωπολογικών τύπων τους οποίους δεν δημιούργησε ο ίδιος: αδιάφθορους δικαστές, ακέραιους δημόσιους υπαλλήλους ικανούς να υπηρετούν το κοινό καλό, εκπαιδευτικούς αφοσιωμένους στο καθήκον τους, εργάτες για τους οποίους η δουλειά ήταν –παρά τις σκληρές συνθήκες- πηγή αξιοπρέπειας και υπερηφάνειας κλπ. Αυτοί οι ανθρωπολογικοί τύποι δεν αναδύθηκαν από μόνοι τους, αλλά δημιουργήθηκαν σε προηγούμενες ιστορικές περιόδους με αναφορές σε αξίες που ήσαν τότε καθιερωμένες: την εντιμότητα, την ανιδιοτελή προσφορά προς το κοινωνικό σύνολο, τη μετάδοση της γνώσης, την εργασία που παράγει ωφέλιμο έργο κλπ.
Στις σύγχρονες κοινωνίες αυτές οι αξίες δεν έχουν πέραση, αφού το μόνο που μετράει πλέον είναι το ΧΡΗΜΑ. Οι ανθρωπολογικοί τύποι που ενσαρκώνουν την εντιμότητα, την ηθική ακεραιότητα, την ανιδιοτέλεια γίνονται σχεδόν αδιανόητοι στη σύγχρονη εποχή. Δεν υπάρχουν επομένως καθιερωμένες αξίες ικανές να λειτουργήσουν ως φραγμός στη διάδοση της διαφθοράς. Ακόμη και ο ανθρωπολογικός τύπος που αποτέλεσε ιστορικό δημιούργημα του ίδιου του καπιταλισμού, ο τύπος του επιχειρηματία –που συνδύαζε την τεχνική επινοητικότητα, την ικανότητα να δημιουργεί αγορές- είναι και αυτός προς εξαφάνιση. Αντικαθίσταται από διευθυντικές γραφειοκρατίες και από κερδοσκόπους, που εγκαταλείπουν τις παραγωγικές δραστηριότητες για να στραφούν προς το ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΟ ΚΕΡΔΟΣ. Το ίδιο το σύστημα καταστρέφει βαθμιαία όλους τους ανθρωπολογικούς τύπους που είναι αναγκαίοι για την ύπαρξη και λειτουργιά του…»
3. Δεν υποστηρίζω την επαναφορά παλιών ξεχασμένων αξιών, αλλά σαν ένδειξη της καταστάσεις, σε σχέση με αυτά που λέει ο Καστοριάδης δείτε επίσης την μελέτη του Κροπότκιν για τις πόλεις στην αναγέννηση στα βιβλία του «Αλληλοβοήθεια ένας παράγοντας της εξέλιξης» και «Η κατάκτηση του ψωμιού» που επηρέασαν πολλούς διανοητές και επηρεάζουν μέχρι σήμερα.
Αντίθετα λέω οτι ο νεοφιλελευθερισμός
υποστηρίζεται, ότι έκτος από ιδεολογία και οικονομική πολιτική είναι
πρώτα απ’ όλα κυρίως, ένας τύπος κυβερνητικής ορθολογικότητας. Ο Φουκό,
ορίζει την κυβερνητική ορθολογικότητα ως μια κανονιστική λογική που
διέπει τη δραστηριότητα της διακυβέρνησης, με τη έννοια όχι μόνο της
άμεσης αλλά και της έμμεσης καθοδήγησης των ανθρώπων, έτσι ώστε αυτοί να
οδηγούνται και να συμπεριφέρονται με έναν ορισμένο τρόπο.
Η «ορθολογικότητα» αυτή δεν εφαρμόζεται με την άσκηση ενός άμεσου αλλά περισσότερο ενός έμμεσου (συγκαλυμμένου) καταναγκασμού, μιας καταπίεσης. Από αυτή την άποψη, η κριτική ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό δεν θα ‘πρεπε να περιορίζεται μόνο στο πεδίο της οικονομικής πολιτικής (ιδιωτικοποιήσεις, η απορρύθμιση εργασιακών σχέσεων) ούτε σε ένα ορισμένα σύνολο θεωρητικών ιδεών (Φρίντμαν, Χάγεκ) ούτε στους πολιτικούς που στράφηκαν σε αυτόν στα τέλη της δεκαετίας του 1970 (Ρέιγκαν, Θάτσερ κλπ). Η νεοφιλελεύθερη «ορθολογικότητα» έχει μιαν ευρύτερη εμβέλεια και μπορεί να προωθείται ακόμα και από κυβερνήσεις που αναφέρονται στην αριστερά.
Αυτό που ορίζει τη νεοφιλελεύθερη ορθολογικότητα είναι το ότι οδηγεί τα υποκείμενα να δρουν με βάση το υπόδειγμα του ανταγωνισμού. Ο νεοφιλελευθερισμός οδηγεί τα άτομα να προσπαθούν να μεγιστοποιηθούν την ικανοποίηση των συμφερόντων τους, παραμερίζοντας κάθε ηθική αναστολή.
Στο ίδιο μότο διαπλάθεται και το
«νεοφιλελεύθερο υποκείμενο» με την παρόξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ
των ατόμων (πόλεμος όλων εναντίων όλων), με τις τεχνικές αξιολόγησης, με
την ενθάρρυνση του ιδιωτικού δανεισμού, με την παρακίνηση να
μετατραπούν τα υποκείμενα σε «ανθρώπινο κεφάλαιο», μέσω της
καταναλωτικής ζήτησης. Το άτομο πλέον πρέπει να φροντίζει να συσσωρεύει,
να επιδιώκει την επιτυχία, ενώ ταυτόχρονα είναι υπεύθυνο (και επομένως
ένοχο), για την ενδεχόμενη αποτυχία του. Το νεοφιλελεύθερο υποκείμενο
συγχέει την ελευθερία και την αυτονομία με τον ανταγωνισμό.
Επιχειρώντας να μεγιστοποιήσει με κάθε τίμημα την απόδοση του ατόμου σε όλα τα πεδία, ο νεοφιλελευθερισμός καταλήγει να αναγορεύει σε κανόνα την έλλειψη κάθε περιορισμού. Αυτή η έλλειψη περιορισμού συγκαλύπτει όμως το γεγονός ότι στην πραγματικότητα, υπάρχει ένα όριο στην επιθυμία και αυτό το όριο το καθορίζουν το κεφάλαιο και η επιχείρηση. Οι συντηρητικοί και οι θιασώτες του «εκσυγχρονισμού» βλέπουν στο νεοφιλελεύθερο υποκείμενο ένα ον απελευθερωμένο από όλες τις αλυσίδες του. Αλλά η έλλειψη κάθε περιορισμού, που υπόσχεται ο νεοφιλελευθερισμός, δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματική ελευθερία. Ο μηχανισμός της «απόδοσης – απόλαυσης», που καθιερώνει ο νεοφιλελευθερισμός, είναι ένα σύστημα που λειτουργεί σαν ψευδαίσθηση της ελευθερίας του ατόμου, γιατί παραμένει στην ουσία ένας τρόπος κοινωνικής χειραγώγησης και πειθάρχησης.. Η αστική δημοκρατία και το καθεστώς της διαρκούς απειλής.
4. Ανοίγοντας μια παράγραφο ισχυρίζομαι ότι :
Ενώ έχουμε απομακρυνθεί πολύ από την εποχή της βιομηχανικής αστικής πρωτοσυσσώρευσης κεφαλαίου και την προβληματική της, στην πραγματικότητα όμως δεν την εγκαταλείψαμε ποτέ, γιατί αυτό που έχει σημασία είναι ότι το προλεταριάτο, στον εμπειρικό προσδιορισμό του, από τη μια δεν είχε εκληφθεί μόνο σαν οι χειρώνακτες εργαζόμενοι, οι παραγωγοί, αλλά προπάντων σαν η δυνατή ελευθερία. Από την άλλη οριζόταν αρνητικά για να τονιστεί ότι αποτελεί το αντίθετο της αστικής τάξης.
Μέσα σε μια κατάσταση όπου η μεγάλη τάση του σύγχρονου κόσμου είναι – για πρώτη φορά σε τέτοιο μέγεθος στην ιστορία – η πολιτική πόλωση της κοινωνίας σε δύο τάξεις, η αστική τάξη έχει στην κατοχή της τα μέσα παραγωγής και απολαμβάνει από αυτά, ενώ το προλεταριάτο ούτε τα έχει στην κατοχή του, ούτε απολαμβάνει τίποτα. Προτιμούμε να λέμε «έχει στην κατοχή της» και όχι «είναι ιδιοκτήτρια», για να κάνουμε πιο φανερό ότι η νομική ιδιοκτησία είναι ένα ιδεολογικό εποικοδόμημα που μπορεί να αντικατασταθεί από ένα άλλο. Για παράδειγμα με τη συλλογική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής από τη κομματική – κρατική γραφειοκρατία.
Ο καπιταλισμός στην πραγματικότητα δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Αντίθετα, τα διαπλέκει, τα εντείνει και το κυριότερο τα μεταθέτει στο χρόνο. Ούτε τα ζητήματα της φτώχιας διευθετεί. Αυξάνει τόσο την σχετική όσο και την πραγματική φτώχια, εν μέσω αφθονίας -εδώ να σημειώσουμε ότι είναι πράξη ελευθερίας το να επιλέξεις να ζεις λιτά, αντίθετα όταν σου το επιβάλλουν είναι πράξη καταναγκασμού- ούτε τα νέα ζητήματα ελευθερίας, ούτε τα οικολογικά προβλήματα που διογκώνονται και προσπαθούν να μας πείσουν οι ελίτ ότι είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι. Και ενώ πετά έξω από την παραγωγική διαδικασία (ανεργία) λόγο του αυτοματισμού της ρομποτικής και της οικονομικής αναδιάρθρωσης χιλιάδες εργαζόμενους μετατρέποντας τους σε πλεονάζοντας πληθυσμούς προσπαθεί να διαχειριστή αυτή την κρίση – αναδιάρθρωσης με νέο δεσποτικούς νέο απολυταρχικούς τρόπους.
Παράλληλα η συστημικη κρίση είναι πολυδιάστατη και αγγίζει όλο το φάσμα της κοινωνικής ζωής είναι κρίση οικονομική, θεσμική, οικολογική , πολιτισμική.Για να επανέλθουμε στο θέμα μας, τα ζητήματα ποιότητας ζωής, το οικολογικό – κλιματικό πρόβλημα η οικονομική περιθωριοποίηση του λαού είναι άμεσα συνδεμένα με τα κοινωνικά και ταξικά – ζητήματα.
5. Κοινωνία και ταξική πάλη (βασικές κοινοτυπίες)
α) Εκμεταλλευτές – εκμεταλλευόμενοι
Προκύπτει η ανάγκη μίας συνοπτικής αναφοράς στην ταξικότητα του συστήματος και επομένως στο υποκείμενο στο οποίο απευθυνόμαστε, καθώς είναι απαραίτητη η διαφοροποίηση από διαταξικές, δεξιόστροφες, στιρνερικές και νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις και λογικές που καλλιεργεί η κυριαρχία και αναπαράγει δυστυχώς ένα κομμάτι του αναρχικού χώρου. Επιπλέον, αν και η ταξική πάλη δεν είναι γραμμική, αν και έχει σημεία ύφεσης και κορύφωσης, δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι η ταξική διαίρεση της κοινωνίας αναπαράγεται σε συνέχεια και προς όλες τις κατευθύνσεις.
Ξέχωρα όμως από την ανάπτυξη της ταξικής πάλης, διακρίνουμε και μορφές κοινωνικού αγώνα, που δεν είναι κατ’ ανάγκη ταξικές, αλλά που μέσα από τους αγώνες και τις διεκδικήσεις τους θέλουν και προσπαθούν να διευρύνουν τις μορφές της κοινωνικής ελευθερίας. Αναφερόμαστε σε αγώνες ενάντια στον ρατσισμό, τον σεξισμό την πατριαρχία, του περιβαντολογικους, φεμινιστικούς αγώνες κλπ.
Αν και οι αντικειμενικές συνθήκες, δηλαδή η ταξική διαίρεση της κοινωνίας και ο ίδιος ο ρόλος και η θέση των εκμεταλλευόμενων – εξουσιαζόμενων σε αυτή, είναι που δημιουργούν την ανάγκη για υπέρβαση και ανατροπή του συστήματος, και που οδηγούν και πολλές φορές σε αυθόρμητες αντιδράσεις, αυτές η αντιδράσεις δεν είναι από μόνες τους ικανές για την υπέρβαση και την ανατροπή του. Χρειάζεται να αναπτυχθεί η επαναστατική συνείδηση. Χρειάζεται να αναπτυχθούν εκείνοι οι υποκειμενικοί παράγοντες, που μπορούν οδηγήσουν στην συνολική ανατροπή του συστήματος .
β) Διευθυντές – διευθυνόμενοι (εξουσιαστές – εξουσιαζόμενοι)
Η ταξική πάλη είναι κεντρικό σημείο αναφοράς στην αντίληψή μας, και δεν αναφέρεται μόνο στην οικονομική εκμετάλλευση αλλά και στην σχέση μεταξύ διευθυντή – διευθυνόμενου δηλαδή στην σχέση μεταξύ μίας πολιτικής και τεχνικογραφειοκρατικής ελίτ η οποία σχεδιάζει, αποφασίζει και επιβάλλει και της υπόλοιπης κοινωνίας που απλώς εκτελεί. Το κράτος ως υπερθεσμός και ως κύριος εκφραστής της ταξικότητας της καπιταλιστικής κοινωνίας, αναπαράγει και επιβάλλει την ταξική διαίρεση της κοινωνίας, τις ιεραρχικές κοινωνικές σχέσεις, και προσπαθεί να συγκεντρώνει στα χέρια του και να διαμεσολαβεί σε κάθε λειτουργία της κοινωνικής ζωής. Επομένως, η ταξική πάλη είναι πάλη ενάντια στον καπιταλισμό και το κράτος το οποίο ζει σε βάρος του δημοσίου δηλαδή της κοινωνίας.
Το βασικό χαρακτηριστικό του καπιταλισμού είναι η ιδιοποίηση του παραγόμενου κοινωνικού πλούτου μέσω της ατομικής μορφής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής, και συνεπώς η επικαρπία της υπεραξίας από τους καπιταλιστές. Ο χαρακτήρας της καπιταλιστικής μορφής παραγωγής συνιστά την κύρια μορφή εκμετάλλευσης. Παράλληλα, η αναπαραγωγή του κεφαλαίου δημιουργεί και επιβάλλει τις αντίστοιχες κοινωνικές σχέσεις (εμπορευματοποίηση, αλλοτρίωση, ανταγωνισμός, ατομισμός, ιεραρχία , κυριαρχία κλπ), με το κράτος, σαν συλλογικό καπιταλιστή, να αναπαράγει και να διαιωνίζει με τη βία αυτές τις σχέσεις. Η πάλη ενάντια σε αυτές τις σχέσεις στο πεδίο της ταξικής σύγκρουσης έχει να κάνει με την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής στην κατεύθυνση της αταξικής, ακρατικής κοινωνίας, μέσα από την κοινωνική επανάσταση, η οποία, σε αντιδιαστολή με την πολιτική, δεν επιζητά την επανασύσταση και επαναδημιουργία του κράτους και τους θεσμούς του.
Αντίθετα με την πολιτική επανάσταση ή τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις – και εννοούμε πολιτική, τη διαχείριση του συστήματος της ανισότητας και της κυριαρχίας σε όλα τα επίπεδα – η κοινωνική επανάσταση σε όλα τα επίπεδα, είναι η αναγκαία συνθήκη για να αποκτήσει η πολιτική την πραγματική της σημασία. Να περάσει, δηλαδή, στα χέρια των πολιτών η διεύθυνση και η διαχείριση τον λειτουργιών της πόλης, της κοινότητας, της εργασίας και της συλλογικής δημόσιας ζωής.
Σε μια κοινωνία όπου κυριαρχείται από αλλοτριωμένες κοινωνικές ταξικές σχέσεις που επιβάλει η εκάστοτε πολιτική-οικονομική ελίτ μέσω του κράτους (δηλαδή της «νομιμοποιημένης» δομικής βίας), μεταξύ εκμεταλλευτή και εκμεταλλευόμενου, διευθυντή και διευθυνόμενου, κυβερνήτη και κυβερνώμενου δεν θα είναι ποτέ αληθινά δίκαιη, ούτε θα είμαστε πραγματικά ελεύθεροι. Μια κοινωνία διχαστικά πολωμένη μεταξύ φτώχειας και πλούτου, μεταξύ αυτών που δίνουν εντολές και αυτών που εκτελούν δεν θα είναι ποτέ οικολογικά ισορροπημένη, γιατί η κυριαρχία απέναντι στην φύση έχει τις ρίζες της στην κυριαρχία ανθρώπου από άνθρωπο. Η οικολογική ισορροπία προϋποθέτει την κοινωνική αρμονία.
6. Σκιαγραφώντας την κατάσταση
Εκείνο που είναι ενδιαφέρον, στην προκειμένη περίπτωση, είναι ότι οι νέες καταστάσεις που προβάλλουν στο προσκήνιο – παράλληλα με τα παλιά προβλήματα – στο μέτρο που γίνονται πια ολοφάνερες στα μάτια χιλιάδων προλετάριων της σημερινής εποχής ορισμένες καταστάσεις, λογουχάρη, ο αποκλεισμός των εφικτών λύσεων μέσα στη αστική καπιταλιστική κοινωνία, η πλήρης αποτυχία του σοβιετικού αυταρχικού «κομμουνισμού» από την άποψη των δεδηλωμένων του στόχων, η συμπαιγνία ανάμεσα στη σοσιαλδημοκρατία, τον “προωθημένο φιλελευθερισμό” και μια ορισμένη λανθάνουσα φασιστικοποίηση ρατσιστικοποίηση της κοινωνίας, αναγκάζουν ένα ποσοστό του προλεταριάτου των πόλεων (ιδιαίτερα των νέων) και ορισμένα στρώματα των μισθωτών να αντιμετωπίσουν συνολικά το σύστημα και (τηρουμένων των αναλογιών), όπως έκανε και το βιομηχανικό προλεταριάτο των πόλεων στο τέλος του δέκατου ένατου αιώνα.
Αν σήμερα σπρώχνονται εκατοντάδες χιλιάδες καταπιεσμένοι και εκμεταλλευόμενοι άνθρωποι στο να διεκδικούν αυτό που ήδη υπάρχει – υπήρξε και στον κρετινισμό του κοινοβουλευτισμού, αύριο θα καταλάβουν ότι αυτό το σύστημα δεν επιδέχεται βελτίωση προς το ανθρωπινότερο ούτε καν μεταρρύθμιση, γιατί η αξιακή του αναγωγή βασίζεται στο “ παν μέτρο είναι το χρήμα το κέρδος και η κυριαρχία ”.
7. Σκιαγραφώντας το ταξικό υποκείμενο της σημερινής εποχής
Από αυτή την πλευρά, οι υπάλληλοι, οι
τεχνικοί, οι μαθητές- φοιτητές χωρίς προοπτική και οι λούμπεν (τα
κατώτερα στρώματα του συστήματος), μπορεί να έχουν την ίδια αντιληπτική
στάση της κατάστασης τους , να είναι διαθέσιμοι για αγώνες όπως και οι
εργάτες. Η ενότητα των «λούμπεν» και των «μηχανικών», η σύγχρονη
περιθωριακότητα «των φοιτητών χωρίς διπλώματα και των πτυχιούχων χωρίς
δουλειά», οι περιθωριοποιημένοι μικρό συνταξιούχοι, οι
προλεταριοποιημένοι μικροί αγρότες, ακόμα και οι μετανάστες μπορεί να
βρεθούν και να είναι κάποια στιγμή διαθέσιμοι.
Ενάντια σε μια διαταξική αντίληψη στιρνερικού δεξιόστροφου λόγου που αναπαράγεται τον τελευταίο καιρό στον ελλαδικό αναρχικό χώρο, εμείς προτείνουμε το παρακάτω περίγραμμα που λίγο ως πολύ ισχύει και για την ελληνική κοινωνία χωρίς αυτό να σημαίνει ότι στις σημερινές συνθήκες δε χρειάζεται μια νέα πιο εμπεριστατωμένη ανάλυση των κοινωνικών συνθηκών που διαμορφώνει ο καπιταλισμός, όπου εννοείτε ότι μέσα σε αυτές ζούμε και αγωνιζόμαστε. Άλλωστε κάνοντας μια κοινωνική χαρτογράφηση του αναρχικού κινήματος τη χώρα μας θα δούμε ότι σε μικρογραφία από αυτές τις τάξις και υπό κατηγορίες αντλούν διαθεσιμότητα οι αναρχικές ιδέες.
Η διαφορά εμάς των δρώντων αναρχικών με την υπόλοιπη καταπιεσμένη κοινωνία (δηλαδή πάνω από το 80 τις εκατό του πληθυσμού), έγκειται στο ότι εμείς βρισκόμαστε σε άλλους χρόνους εξεγερτικούς- επαναστατικούς ενώ αυτή όχι. Ένα μεγάλο μέρος του αγώνας μάς επικεντρώνεται και πρέπει στον σινχρονισμό με την καταπιεσμένη κοινωνία όχι προς την μεριά της αδράνειας αλλά προς την μεριά μας της κοινωνικής επανάστασης . Ώμος όταν δεν συμβαίνει αυτό βρίζουμε τους καταπιεσμένους – εκμεταλλευομένους υπεκφεύγοντας και παρακάμπτοντας την δική μας ευθύνη και αδυναμία να προτείνουμε κοινωνικά προγράμματα και συνεκτικές κοινωνικές δομές, έτσι ανυψωνόμαστε πάνω από την τάξη μας αποκτώντας μια ελιτίστικη αριστοκρατική νοοτροπία.
Είμαστε κατηγορηματικά αντίθετη με αυτή την νοοτροπία, είμαστε σάρκα από την σάρκα αυτής της καταπιεσμένης εκμεταλλευομένης κοινωνίας και ότι πάθη αυτή θα πάθουμε και εμείς, κλίνοντας τη παράγραφο θα αναφερθούμε σε μια σοφή ρύση ενός συντρόφου και ο νοών νοείτω, « Πιο εύκολα πεθαίνεις για της ιδέες σου παρά ζώντας με αυτές » .
Με αυτήν ακριβώς την έννοια, ανακαλύπτουμε πάλι ορισμένες κριτικές και δράσεις ενάντια στο συνδικαλιστικό οικονομισμό (τραίηντ-γιούνιονς) και κορπορατιβισμό, κριτικές ενάντια στις δομές κυριαρχίας, στην πατριαρχική οικογένεια και την καθημερινή ζωή. Επιπλέον, ορισμένες μορφές αγώνα που κατατείνουν να αυτονομηθούν και να αυτοοργανωθούν έξω από το κατεστημένο συστημικό συνδικαλιστικό πλαίσιο, όπως και αρκετοί κοινωνικοί αγώνες έξω από την πολιτική διαμεσολάβηση, αλλά και το σαμποτάζ και ορισμένες μορφές άμυνας, περισσότερο ή λιγότερο παράνομες, ξαναβγαίνουν στην επιφάνεια.
8. Ταξική και κοινωνική χαρτογράφηση του ελλαδικού χώρου (μερικές στατιστικές)
Να υπενθυμίσω εδώ ότι τα νούμερα και η στατιστικές που παραθέτω είναι δυο χρόνια πριν γραφτεί αυτό το κείμενο, ασφαλώς η καπιταλιστική – κρατική οικονομική κρίση στην Ελλάδα – που δεν ξέρουμε πόσο θα διαρκέσει – θα μεταβάλλει αυτά τα νούμερα και τις στατιστικές.
Η ανάγκη αναδιάρθρωσης (σωτηρία) του συστήματος θα απαιτήσει και θα μετακυλίσει ένα μεγάλο κομμάτι της μεσαίας (μικροαστικής) τάξης προς την προλεταριοποίηση, φυσικά αυτό δεν σημαίνει ταυτόχρονα ότι η μεσαία τάξη θα αποκτήσει ταξική επαναστατική συνείδηση.
Αλλά ας έρθουμε στις στατιστικές του 2012, στο Διάγραμμα 1 βλέπουμε την ποσοστιαία κατανομή των εργαζόμενων ανά οικονομικό κλάδο όπως δίνονται από την ΕΛΣΤΑΤ.
Διάγραμμα 1
■ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ 13,1% ■ ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ 13,1%
■ ΤΡΙΤΟΓΕΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ 70,1%
Από το Διάγραμμα 1 βλέπουμε πως ο τριτογενής τομέας απασχολεί το 70% των εργαζόμενων. Είναι επομένως ιδιαίτερα διογκωμένος με το δευτερογενή τομέα να απασχολεί ιδιαίτερα χαμηλό ποσοστό εργαζόμενων.
Παράλληλα διαπιστώνουμε, μέσα από το επόμενο – Διάγραμμα 2 – πως το 63% των εργαζόμενων είναι μισθωτοί ενώ ένα σημαντικό ποσοστό είναι αυτοαπαχολούμενοι με το ποσοστό τους να ανέρχεται στο 37%.
Διάγραμμα 2
Ας προσπαθήσουμε τώρα να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας για την ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας μέσα στο θολό τοπίο τόσο του ορισμού των τάξεων αλλά και άλλο τόσο των ασαφών ορίων και κριτηρίων των διαφόρων τάξεων και στρωμάτων. Ας αρχίσουμε από τα ευκολότερα. Πόση είναι η αστική τάξη στην Ελλάδα; Από τις μελέτες που παρουσιάζουν οι Hakon Leiulfsrud, Ivano Bison & Erling Solheim, αλλά και με βάση όλα τα στοιχεία που παραθέσαμε, η αστική τάξη στη Ελλάδα ανέρχεται σε 300.000 άτομα περίπου. Στο πλήθος αυτό καταλήγουμε κάνοντας χρήση του ορισμού πως στην αστική τάξη ανήκουν τα άτομα που κατέχουν μέσα παραγωγής ή έχουν θέση διευθυντική και ελέγχου στη διαχείριση και τον έλεγχο του κεφαλαίου. Αυτή είναι η μεγαλοαστική τάξη η οποία συνδέεται και κατέχει τις μεγάλες επιχειρήσεις. Το ποσοστό τους στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό βρίσκεται μεταξύ του 6 και του 8%. Αυτή είναι ουσιαστικά η κυρίαρχη τάξη στην Ελλάδα.
Ας περάσουμε τώρα στη διερεύνηση του μεγέθους των άλλων τάξεων και στρωμάτων Το διάγραμμα 7 μας φανερώνει πως το 63% του ενεργού πληθυσμού είναι μισθωτοί. Κοντά στα 2,8 εκατομμύρια επομένως κατά τα έτη 2008 και 2009. Μέσα σε αυτούς βρίσκονται και τα άτομα που ανήκουν στην εργατική τάξη. Φυσικά δεν ανήκουν όλοι οι μισθωτοί στην εργατική τάξη. Αρκετά μέλη ακόμη και της αστικής τάξης εμφανίζονται σαν μισθωτοί. Είναι όλοι αυτοί οι οποίοι παίζουν ενεργητικό και αποφασιστικό ρόλο στη διαχείριση και τον έλεγχο του κεφαλαίου. Ας προχωρήσουμε όμως.
Η «καθαρή» εργατική τάξη πρέπει να ανέρχεται γύρω στα 900.000 άτομα συναριθμώντας τους εργαζόμενους στη μεταποίηση, την ενέργεια και τις κατασκευές. Άλλα 900.000 άτομα εργάζονται στους τομείς των υπηρεσιών. Ιδιαίτερη βαρύτητα έχουν οι τομείς παροχές εστίασης και καταλύματος (296.000), των μεταφορών και αποθηκεύσεων (185.200 άτομα), χρηματοπιστωτικά και διαχείριση ακίνητης περιουσίας (112.000 άτομα). Από αυτούς ένα ποσοστό είναι αυτοαπασχολούμενοι και δεν ανήκουν στην κατηγορία των μισθωτών. Ένα μεγάλο ποσοστό τους όμως εργάζονται σαν μισθωτοί στον τομέα των υπηρεσιών αλλά και του χονδρικού και λιανικού εμπορίου. Ο αριθμός των μισθωτών στο σύνολο των υπηρεσιών που έχουν σχέση εξαρτημένης εργασίας πρέπει να ανέρχεται γύρω στις 700.000 άτομα.
Το σύνολο αυτών των ατόμων ανήκει στην εργατική τάξη γιατί ακόμη κι αν δεν παράγουν άμεσα υπεραξία η εργασία τους ή παίζει έναν ρόλο σημαντικό για την παραγωγή αξίας και υπεραξίας, μεταφορές, επικοινωνίες, πίστη, είτε είναι ενδιάμεσοι φορείς στο μοίρασμα της υπεραξίας μεταξύ των τμημάτων της αστικής τάξης. Το σύνολο επομένως της εργατικής τάξης στην Ελλάδα είναι γύρω στο 1,5 εκατομμύρια άτομα αποτελώντας το 1/3 περίπου του οικονομικά ενεργού πληθυσμού κατά το 2008.
Ιδιαίτερη κατηγορία μισθωτών αποτελούν φυσικά οι δημόσιοι υπάλληλοι. Ο αριθμός τους ανέρχεται κατά το 2008 κοντά στους 800.000. Το 2012 ο αριθμός τους είχε μειωθεί στους 670.000 περίπου. Το σώμα των δημοσίων υπαλλήλων δεν είναι ομοιογενές ταξικά. Ένα σημαντικότατο ποσοστό αυτών σαφώς και δεν έχει τα χαρακτηριστικά εκείνα που μπορούν να τους κατατάξουν στην εργατική τάξη. Το γεγονός της μη παραγωγής υπεραξίας, τουλάχιστον από ένα σημαντικό ποσοστό αυτών, είναι ένα από τα χαρακτηριστικά που δεν επιτρέπουν την ένταξή τους στην εργατική τάξη. Όχι μόνο δεν παράγει υπεραξία αλλά το εισόδημά της προέρχεται από την υπεραξία που αποσπάται από τους άμεσους παραγωγούς. Εκτός αυτού μεγάλα τμήματα των δημοσίων υπαλλήλων αποτελούν τον ταξικό κρατικό μηχανισμό που συνειδητά ή μη προασπίζεται και επιβάλλει τα συμφέροντα της αστικής τάξης παίζοντας σημαντικό ρόλο στην αναπαραγωγή του αστικού συστήματος. .
Στην κατηγορία των υπαλλήλων που βρίσκονται σαφώς στην υπηρεσία του συστήματος και αντλούν το εισόδημά τους ακριβώς γι αυτό ανήκουν τα ανώτερα τμήματα της κρατικής γραφειοκρατίας, οι δικαστές, η αστυνομία και ο στρατός. Αν θελήσουμε να δώσουμε έναν απόλυτο αριθμό αυτών τότε θα καταλήξουμε σε έναν αριθμό κοντά στις 250 με 300 χιλιάδες άτομα. Αυτή η ομάδα μισθωτών βρίσκονται ταξικά απέναντι στην εργατική τάξη ταυτίζοντας τα συμφέροντά τους με αυτά της αστικής τάξης. Ένα μικρό ποσοστό αυτών, ιδιαίτερα ανώτερα τμήματα της γραφειοκρατίας, των δικαστικών, του στρατού και της αστυνομίας ανήκουν στην αστική τάξη.
Το υπόλοιπο τμήμα των εργαζόμενων στο δημόσιο βρίσκονται σε μια ταξικά επαμφοτερίζουσα θέση. Από τη μια το εισόδημά τους προέρχεται από την υπεραξία που αποσπάται τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό παίζοντας και υποβοηθητικό ρόλο στην αναπαραγωγή του συστήματος από την άλλη όμως η εργασία τους συμβάλλει στην παραγωγή αξίας τόσο με έμμεσο όσο και με άμεσο τρόπο. Στην κατηγορία αυτή ανήκει κυρίως η μεγάλη ομάδα των εκπαιδευτικών και των υγειονομικών καθώς και η κατώτερη γραφειοκρατία.
Τα μικροαστικά στρώματα, εκείνο δηλαδή που αποτελεί τη ραχοκοκαλιά των μεσαίων τάξεων, ανέρχεται στο 37% περίπου του ενεργού πληθυσμού δηλαδή γύρω στα 1,7 εκατομμύρια άτομα σύμφωνα με όλα τα στοιχεία που έχουμε παραθέσει. Από αυτούς ο κύριος κορμός είναι οι ασχολούμενοι με το εμπόριο, τις υπηρεσίες, ελεύθεροι επαγγελματίες (664.600) και οι αγρότες (491.500).
Καταλήγουμε επομένως στο επόμενο σχήμα:
Διάγραμμα 3
■ ΑΣΤΙΚΗ ΤΑΞΗ 300.000 ■ ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ 1.500.000
■ ΜΙΚΡΟΑΣΤΟΙ 1.700.000 ■ ΕΠΑΜΦΟΤΕΡΙΖΟΝΤΕΣ 900.000
■ ΜΙΚΡΟΑΣΤΟΙ 1.700.000 ■ ΕΠΑΜΦΟΤΕΡΙΖΟΝΤΕΣ 900.000
Με τον όρο επαμφοτερίζοντες o Γιώργος Τριανταφυλλόπουλος εννοεί άτομα που ταξικά βρίσκονται σε ενδιάμεσες θέσεις μεταξύ των τριών άλλων τάξεων. Σε αυτούς ανήκουν μεγάλα τμήματα των εργαζόμενων στο δημόσιο αλλά και μεσαία στελέχη που εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα και ιδιαίτερα σε αυτό των υπηρεσιών. Η ταξική θέση της πλειονότητας αυτών των στρωμάτων βρίσκεται πιο κοντά στην εργατική τάξη ή ακόμη και εντάσσονται σε αυτή όσον αφορά το εισόδημά τους. Ουσιαστικά βλέπουμε μια τριχοτόμηση της ελληνικής κοινωνίας.
Τα παραπάνω δεδομένα θα ανατραπούν μέσα στην κρίση που βιώνουμε. Το μεταβατικό στάδιο της αλλαγής της κοινωνικής και ταξικής σύνθεσης της ελληνικής κοινωνίας είναι η στρατιά των ανέργων που ανέρχεται πλέον στο 1/3 του πληθυσμού. Το τσάκισμα των μικροαστικών στρωμάτων και η βίαιη προλεταριοποίηση τους θα μειώσει δραματικά το ποσοστό των στρωμάτων αυτών και το ειδικό βάρος τους στο κοινωνικό και πολιτικό status. Παρ’ όλ’ αυτά για το σήμερα μετρά η κοινωνική διαστρωμάτωση που παρουσιάσαμε.
Στο Διάγραμμα 4 που ακολουθεί βλέπουμε την συνεισφορά των διαφόρων κλάδων της ελληνικής οικονομίας σε ακαθάριστη προστιθέμενη αξία και τον αριθμό αλλά και το ποσοστό των εργαζόμενων σε αυτούς.
Διάγραμμα 4
http://www.sev.org.gr/Uploads/pdf/Greece_10_Years_Ahead_Executive_summary_Greek_version_small.pdf
Σαν αποτέλεσμα της ιδιαίτερης ιστορικής διαδρομής της Ελλάδας αλλά και της θέσης του ελληνικού κεφαλαίου και της ελληνικής οικονομίας στον παγκόσμιο καταμερισμό στην Ελλάδα οι αυτοαπασχολούμενη κατέχουν ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά μεταξύ των αναπτυγμένων χωρών. Μόνο η Τουρκία την ξεπερνά, δείτε το Διάγραμμα 5.
Διάγραμμα 5
http://www.oecd-ilibrary.org/greece
Στον Διάγραμμα 6 βλέπουμε τον αριθμό των εργαζόμενων ανά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας.
Διάγραμμα 6
http://www.statistics.gr/portal/page/portal/ESYE/BUCKET/A0101/PressReleases/A0101_SJO01_DT_QQ_03_2012_01_F_GR.pdf
http://epp.eurostat.ec.europa.eu/statistics_explained/index.php/Employment_statistics
Η μικρή συγκέντρωση της εργατικής τάξης αποτελεί σημαντικό εμπόδιο στην απόκτηση εργατικής συνείδησης αλλά και στην αποτελεσματική δράση. Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό ατόμων που ανήκουν στην εργατική τάξη, υπάλληλοι γραφείων, εμποροϋπάλληλοι κ.λπ. είναι πως δεν εντάσσουν το εαυτό τους στην εργατική τάξη. Η απαξίωση της εργασίας κατά τις τελευταίες κυρίως δεκαετίες έπαιξε σημαντικό ρόλο στην κοινωνική απαξίωση του εργάτη.
Τα εμπόδια επομένως για να γίνει η
ελληνική εργατική τάξη από τάξη καθεαυτή σε τάξη για τον εαυτό της είναι
πολλά και αντικειμενικά. Ακριβώς αυτά είναι εκείνα τα προβλήματα τα
οποία πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη για να καθορίσουμε τις τακτικές και
τις πολιτικές τους. τις τακτικές δηλαδή εκείνες που πατώντας στην ήδη
υπάρχουσα, θολή και ασαφή, ταξική συνείδηση θα την αξιοποιούν
δημιουργώντας έτσι τις συνθήκες για την παραπέρα ωρίμανσή της.
Πρώτη δημοσίευση 18/01/2014 εδώ: